
Καρνεάδου 38 - Καρνεάδου 41 - Κολωνάκι 106 76 Αθήνα Τ:(+30)210-7231076 F:(+30)210-7231075 lawoffice@yiannatsis.gr
Με την από 15 Απριλίου 2020 απόφαση του το Μονομελές Πρωτοδικείο Σύρου έκανε δεκτό το αίτημα προσωρινής διαταγής του εντολέα μας κατόπιν της από μέρους του άσκησης αίτησης ασφαλιστικών μέτρων και απαγόρευσε την μετακίνηση της καθ’ ης με το κοινό τέκνο τους προς οποιονδήποτε προορισμό άνευ προηγούμενης ενημέρωσης του εντολέα και της αστυνομικής αρχής μέχρι την έκδοση απόφασης επί της αίτησης ασφαλιστικών. Το δικαστήριο διέταξε το μέτρο αυτό προκειμένου να καταστεί δυνατή η άμεση επιστροφή του παιδιού, το οποίο απήχθη και μεταφέρθηκε παράνομα στην Ελλάδα, στη χώρα της προηγούμενης συνήθους διαμονής του στο πλαίσιο της Σύμβασης της Χάγης της 25ης Οκτωβρίου 1980 για τα αστικά θέματα της διεθνούς απαγωγής παιδιών και προκειμένου να μην ματαιώσει τυχόν αδυναμία εντοπισμού της καθ’ ης τον σκοπό της Σύμβασης.
Με την υπ’ αριθ. 1350/2020 απόφαση του το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, που εκδόθηκε μετά από επιστροφή της υπόθεσης για επανεκδίκαση, κατόπιν έκδοσης της υπ’ αριθ. 594/2016 απόφασης του Γ’ Τμήματος του Αρείου Πάγου, αφού προηγουμένως με την υπ’ αριθ. 3070/2018 μη οριστική απόφαση του διέταξε την διενέργεια γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης για την κρίση περί της γνησιότητας ή μη της επίδικης διαθήκης με την οποία είχε τιμηθεί η εντολέας μας, έκρινε, ότι η εν λόγω διαθήκη είναι γνήσια, παρά τις συνολικά έξι (6) αντικρουόμενες γραφολογικές γνωμοδοτήσεις και ισάριθμες αυτών εκθέσεις αξιολόγησης - γραφολογικών παρατηρήσεων. Ειδικότερα, από τις συνολικά έξι (6) γραφολογικές εκθέσεις που εισφέρθηκαν στο Δικαστήριο, οι τέσσερις (4) έκριναν ότι η επίδικη διαθήκη είναι πλάστη – μεταξύ αυτών και η δικαστική πραγματογνωμοσύνη που διέταξε το ίδιο το Δικαστήριο -, ενώ οι λοιπές δύο (2) ότι είναι γνήσια. Το Δικαστήριο, λοιπόν, ήχθη στην τελική κρίση ότι η διαθήκη είναι γνήσια, διότι εκτιμώντας άπασες τις παραπάνω εκθέσεις, αλλά και το σύνολο του λοιπού αποδεικτικού υλικού, έκανε δεκτό τον ουσιώδη για την έκβαση της υπόθεσης ισχυρισμό μας, ότι κοινή συνισταμένη των τεσσάρων (4) γραφολογικών εκθέσεων που έκριναν ότι η διαθήκη είναι πλαστή, είναι ότι δεν έλαβαν καθόλου υπόψη τους την υγεία και την ηλικία της διαθέτιδος (σε αντίθεση με τις άλλες δύο), γεγονός που αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ για την ορθή εκτίμηση της γνησιότητας ή μη μιας διαθήκης, αφού ως γνωστόν, αποτελούν παράγοντες που επηρεάζουν καθοριστικά την ανθρώπινη γραφή. Ανέφερε επίσης, ότι ενισχυτικό στοιχείο της κρίσης περί της γνησιότητας της επίδικης διαθήκης, αποτέλεσε ο ουσιώδης ισχυρισμός μας ότι, καίτοι οι τέσσερις (4) γραφολογικές εκθέσεις που έκριναν την διαθήκη πλαστή συμπίπτουν μεν ως προς το συμπέρασμα τους (ότι δηλαδή είναι πλαστή), εντούτοις, διαφέρουν σημαντικά ως προς τις επιμέρους κρίσεις με τις οποίες κατέληξαν σε αυτό το πόρισμα, γεγονός που μειώνει σημαντικά την αξιοπιστία τους. Υπό τα ως άνω, λοιπόν, δεδομένα, το Δικαστήριο απεφάνθη ότι η επίδικη διαθήκη είναι γνήσια και απέρριψε την αγωγή των αντιδίκων.
Με την υπ’ αριθ. 1747/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε επί αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων περί επιβολής συντηρητικής κατάσχεσης εκ μέρους εντολέως μας, κρίθηκε, ότι η μερική εξόφληση της συνολικής οφειλής ετερόρρυθμης εταιρίας με καταβολή χρηματικών ποσών από τραπεζικό λογαριασμό του ετερορρύθμου εταίρου αυτής θεμελιώνει ευθύνη αυτού για την συνολική οφειλή της εταιρίας. Τούτο, δε, παρά την καταρχήν έλλειψη ευθύνης του ετερορρύθμου εταίρου για οφειλές της εταιρίας κατά το άρθρο 279 ν. 4072/2012. Πιο συγκεκριμένα, η ανωτέρω απόφαση έκρινε, ότι ο τραπεζικός λογαριασμός του ετερορρύθμου εταίρου χρησιμοποιούταν για την είσπραξη των εσόδων της εταιρίας, με σκοπό την αδυναμία κατάσχεσης αυτών εκ μέρους των εταιρικών δανειστών λόγω της ιδιότητας του δικαιούχου του λογαριασμού ως ετερορρύθμου εταίρου. Ωστόσο, με δεδομένο, α) ότι η εν λόγω πρακτική είχε ως αποτέλεσμα την ζημία των εταιρικών δανειστών (μεταξύ των οποίων και του εντολέως μας), και β) ότι η χρήση του τραπεζικού λογαριασμού γινόταν εν γνώσει του δικαιούχου αυτού ετερορρύθμου εταίρου προς εξόφληση των εταιρικών χρεών, έκρινε το Δικαστήριο, ότι η εν λόγω συνδρομή του ετερορρύθμου εταίρου συνιστά συμπεριφορά αντίθετη στα χρηστά ήθη, η οποία θεμελιώνει ευθύνη αυτού προς αποζημίωση των εταιρικών δανειστών κατά το άρθρο 919 ΑΚ.
Με την υπ’ αριθ. 1201/2020 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών απορρίφθηκε αίτηση διόρθωσης απόφασης περί κήρυξης πτώχευσης ως προς το κομβικό ζήτημα του χρόνου παύσης πληρωμών. Η αίτηση διόρθωσης υπεβλήθη από τρίτο, ο οποίος είχε αγοράσει ακίνητο από τον πτωχεύσαντα εντός της ύποπτης περιόδου, και επεδίωκε με την αίτηση αυτή την μετάθεση του χρόνου παύσης πληρωμών, προκειμένου, να μην ανακληθεί από το πτωχευτικό δικαστήριο η μεταβίβαση του εν λόγω ακινήτου. Κατά την προφορική διαδικασία, παρέστη η εντολέας μας, πτωχευτική πιστώτρια, η οποία έχει ασκήσει την αγωγή ανάκλησης, και άσκησε κύρια παρέμβαση ζητώντας να απορριφθεί η αίτηση διόρθωσης. Το δικαστήριο έκρινε, ότι το ζήτημα του χρόνου παύσης πληρωμών αφορά την ουσία της υπόθεσης και δεν μπορεί να μεταβληθεί με την διαδικασία της διόρθωσης.
Με την έγκριση της συνεισφοράς του Δημοσίου σε ποσοστό 50% επί του οφειλόμενου ποσού, ολοκληρώθηκε η διαδικασία υπαγωγής εντολέα μας στις διατάξεις του ν. 4605/2019 περί προστασίας κύριας κατοικίας. Κατόπιν αυτού, έχοντας ρυθμίσει την οφειλή του προς την μοναδική εμπραγμάτως εξασφαλισμένη τράπεζα, προστατεύεται έναντι τρίτων πιστωτών από καταδιωκτικά μέτρα.