
Καρνεάδου 38 - Καρνεάδου 41 - Κολωνάκι 106 76 Αθήνα Τ:(+30)210-7231076 F:(+30)210-7231075 lawoffice@yiannatsis.gr
Εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 36/2020 απόφαση του Ειρηνοδικείου Ρόδου περί αναστολής εκτελεστότητας διαταγής πληρωμής, ύψους 17.347,79 ευρώ, που εκδόθηκε κατόπιν αίτησης Πιστωτικού Ιδρύματος. Συγκεκριμένα, το δικαστήριο πείσθηκε για το παράνομο των χρεώσεων στις οποίες προέβη η τράπεζα σε βάρος του εντολέα μας και έκανε δεκτό τον προβαλλόμενο από εμάς ισχυρισμό περί παράνομης τοκοποίησης της εισφοράς του ν. 128/1975 που είχε ως αποτέλεσμα την ενσωμάτωση των εν λόγω παράνομων χρεώσεων στα σχετικά ποσά του λογαριασμού που με την σειρά του είχε ως αποτέλεσμα την δυσμενή (παράνομη) διαμόρφωση του συνολικά οφειλόμενου ποσού κεφαλαίου. Έτσι, κατέληξε στην κρίση ότι η απαίτηση του Πιστωτικού Ιδρύματος δεν είναι εκκαθαρισμένη και κατά τούτο πιθανολόγησε την ακύρωση της ένδικης διαταγής πληρωμής.
Εκδόθηκε από το Πρωτοδικείο Αθηνών προσωρινή διαταγή περί αναστολής εκτελεστότητας δύο διαταγών πληρωμής ύψους περίπου 3 εκατομμυρίων ευρώ εκδοθεισών κατόπιν αίτησης Πιστωτικού Ιδρύματος υπό Ειδική Εκκαθάριση. Το τελευταίο προχώρησε σε επιταγή προς εκτέλεση που επιδόθηκε το πρώτον μετά την συζήτηση αίτησης αναστολής εκτελεστότητας και πριν την έκδοση απόφασης. Το δικαστήριο πείσθηκε για την καταχρηστικότητα της συμπεριφοράς του πιστωτικού ιδρύματος και παρείχε προστασία στην δανειολήπτρια επιχείρηση χορηγώντας προσωρινή διαταγή μετά την συζήτηση της αίτησης αναστολής αλλά πριν την έκδοση απόφασης επί αυτής.
Εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 753/2020 απόφαση του Πρωτοδικείου Αθηνών (ασφαλιστικά μέτρα) περί απαγόρευσης καταγγελίας πιστωτικών συμβάσεων φερόμενου ύψους περίπου 5,5 εκατομμυρίων Ευρώ με απειλή χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης του εκπροσώπου της αντιδίκου Εταιρείας Διαχείρισης Απαιτήσεων (Fund). Είναι η πρώτη απόφαση κατά Fund που δέχεται την υποχρέωση τήρησης του Κώδικα Δεοντολογίας, όπως επίσης και ότι οι αξιώσεις αποζημίωσης κατά του πιστωτικού ιδρύματος που μεταβίβασε τις απαιτήσεις του μπορούν να ασκηθούν και κατά της εκδοχέως Εταιρείας Διαχείρισης Απαιτήσεων. Το Δικαστήριο έκρινε, μεταξύ άλλων: "Περαιτέρω δε, συνεπεία της μη αποδέσμευσης του ανωτέρω ποσού δανειοδότησης που αντιστοιχούσε σε ποσοστό 8% του υπολοίπου ποσού των 1.320.000Ε η πρώτη αιτούσα ζημιώθηκε καθώς τα διαφυγόντα κέρδη από τη μη εκμίσθωση του επίμαχου ακινήτου που θα ελάμβανε χώρα τον Σεπτέμβριο του 2012 και μέχρι σήμερα, με βάση το επιχειρηματικό πλάνο και την αντιστοιχη εκτιμητή μελέτη θα ανερχόνταν στο συνολικό ποσό των 1.344.787Ε [...] Ακολούθως εστάλη η από 25/6/2019 επιστολή πρότασης ρύθμισης του δανείου στην δεύτερη αιτούσα όπου της έθετε το πλαίσιο των 10 ημερών να απαντήσει αν την αποδέχεται ή όχι και στις 12/7/2019 η επιστολή προς την πρώτη αιτούσα όπου της δήλωνε ότι αρνείται την εφαρμογή του ΚΔΤ και της πρότεινε όχι μια λύση ρύθμισης αλλά την άμεση και με ανέκκλητο πληρεξούσιο εντός 3 μηνών ρευστοποίηση του επίδικου ακινήτου με ελάχιστο τίμημα 1.800.000Ε, την ενεχυρίαση μετοχών της δεύτερης, την παροχή εγγυήσεως από την δεύτερη".
Εκδόθηκε από το Πρωτοδικείο Αθηνών προσωρινή διαταγή περί απαγόρευσης καταγγελίας πιστωτικών συμβάσεων φερόμενης οφειλής, κατά το πιστωτικό ίδρυμα, περίπου 5,5 εκατομμυρίων ευρώ. Συγκεκριμένα απαγορεύθηκε κάθε νομική και πραγματική μεταβολή των επίδικων έννομων σχέσεων υπό τον όρο μηνιαίας καταβολής από την δανειολήπτρια επιχείρηση ποσού 5.000 ευρώ. Χρησιμοποιήθηκαν ως βάσεις της αίτησης αφενός η αμφισβήτηση της συνολικής φερόμενης οφειλής, αφετέρου η προσχηματική τήρηση του Κώδικα Δεοντολογίας εκ μέρους του πιστωτικού ιδρύματος. Σύμφωνα με τον Κώδικα τα πιστωτικά ιδρύματα πρέπει "να λαμβάνουν υπόψη την τρέχουσα και την, επί τη βάσει συντηρητικών και αξιόπιστων παραδοχών, εκτιμώμενη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής κάθε δανειολήπτη φυσικού ή νομικού προσώπου μέχρι το πέρας του νέου προγράμματος αποπληρωμής, ώστε η ρύθμιση να μη χρησιμοποιείται για να συγκαλύψει απλώς τα πραγματικά επίπεδα κινδύνων των συγκεκριμένων ανοιγμάτων, οδηγώντας έτσι σε μεγαλύτερη υπερχρέωση του δανειολήπτη και αυξάνοντας τις πιθανές ζημίες για την τράπεζα. Για το λόγο αυτό ως «κατάλληλη λύση», για τους σκοπούς του κώδικα, θεωρείται εκείνη που διασφαλίζει τη συμμόρφωση της τράπεζας με τις εποπτικές της υποχρεώσεις, λαμβάνοντας όμως παράλληλα υπόψη τη συνολική οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη". Στην επίδικη περίπτωση η τελική πρόταση της τράπεζας δεν στηριζόταν στις πραγματικές δυνατότητες της επιχείρησης.
Εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 43/2019 απόφαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, με την οποία έγινε δεκτή καταγγελία εντολέα μας για παραβίαση του δικαιώματος ενημέρωσής του και πρόσβασής του στα προσωπικά του δεδομένα που τηρούσε στον ηλεκτρονικό υπολογιστή που χρησιμοποιούσε όσο απασχολούταν ως εργαζόμενος στην καταγγελλόμενη εταιρεία, η οποία διενήργησε σε βάρος του ιδιωτική έρευνα για τη διαπίστωση τυχόν εγκληματικών πράξεών του. Στο αίτημα του καταγγέλλοντος να αποκτήσει πρόσβαση στα προσωπικά δεδομένα του που τηρούνται στα ηλεκτροεπικοινωνιακά συστήματα της καταγγελλόμενης εταιρείας και στα προσωπικά του αντικείμενα, από τα οποία εκείνη τον απέκλεισε κηρύσσοντάς τον σε υποχρεωτική άδεια για να διεξάγει την σε βάρος του ιδιωτική έρευνα, η ελεγχόμενη εταιρεία απάντησε ότι δεν υποχρεούται να τον ενημερώσει σχετικά αφού έχει παραλάβει κάθε προσωπικό του αρχείο. Η εν λόγω απάντηση κρίθηκε ενάντια στον GDPR ως μη ικανοποιητική απάντηση στο δικαίωμα πρόσβασης του καταγγέλλοντος. Επιπλέον, η Αρχή έκρινε ως παρανόμως κτηθέντα τα βίντεο που προσκόμισε η ελεγχόμενη εταιρεία ενώπιόν της και τα οποία απεικόνιζαν τον καταγγέλλοντα εντολέα, κρίνοντας ταυτοχρόνως ότι η καταγγελλόμενη παραβίασε την αρχή της λογοδοσίας, αφού απέτυχε να αποδείξει τη νομιμότητα και να προσδιορίσει το χρόνο της εγκατάστασης και λειτουργίας του συστήματος βιντεοεπιτήρησης.