Αύγουστος 2023 – Αναστολή Πλειστηριασμού
Χορήγηση Προσωρινής Διαταγής για την αναστολή επικείμενου πλειστηριασμού ακινήτων κατ’ ά. 938 ΚΠολΔ
Η αντίδικος επισπεύδουσα προχώρησε τον Μάϊο του 2022 σε κατάσχεση 5 οριζόντιων ιδιοκτησιών εντολέων μας (επικαρπίας του πατρός οφειλέτη, υπό την ιδιότητά του ως εγγυητή στις ένδικες συμβάσεις, και ψιλής κυριότητας της θυγατέρας του, ως τρίτης ενυπόθηκης οφειλέτριας {δηλαδή δεν ενέχεται η ίδια με την προσωπική της περιουσία στις ένδικες συμβάσεις, παρά μόνο ως προς τα ακίνητα για τα οποία είχε παραχωρηθεί προσημείωση υποθήκης που ετράπη σε υποθήκη}). Παρά το γεγονός ότι την ένδικη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης βάρυναν πλείστες όσες πλημμέλειες, η πρωτόδικη απόφαση που εκδόθηκε επί της ασκηθείσας ανακοπής, όλως εσφαλμένως, ακύρωσε μόνο εν μέρει την ένδικη κατασχετήρια έκθεση, κατά το σκέλος που είχε επιβληθεί κατάσχεση εις βάρος του δικαιώματος της ψιλής κυριότητας της δεύτερης εντολέως μας και σε μη ενυπόθηκα ακίνητα αυτής.
Ενόψει του προγραμματισθέντος για τα μέσα Ιουλίου πλειστηριασμού, ασκήσαμε έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης, σωρεύοντας αίτηση αναστολής της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, σύμφωνα με την παρ. 2 του ά. 938 του ΚΠολΔ, με αίτημα χορήγησης Προσωρινής Διαταγής / Σημειώματος για την αναστολή του πλειστηριασμού (παρ. 4 του ά. 938 του ΚΠολΔ).
Δεδομένου ότι υπό την νέα μορφή του ά. 938 του ΚΠολΔ, η απόφαση επί της έφεσης (τακτική διαδικασία) και η απόφαση επί της αίτησης αναστολής (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) εκδίδονται κατά κανόνα ενιαία, ήτοι σε χρόνο που ο πλειστηριασμός κατά πάσα πιθανότητα θα έχει λάβει ήδη χώρα, η μόνη αληθής δυνατότητα για τον οφειλέτη, είναι η αναστολή της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης μέσω της χορήγησης Προσωρινής Διαταγής / Σημειώματος.
Στο πλαίσιο της ανωτέρω διαδικασίας προσωρινής προστασίας, με την από 13.07.2023 Προσωρινή Διαταγή / Σημείωμα της κας Εφέτου του Εφετείου Πειραιώς έγινε δεκτό το αίτημά μας για προσωρινή αναστολή του προγραμματισθέντος για το τέλος του δευτέρου δεκαημέρου του Ιουλίου 2023 πλειστηριασμού των ένδικων ακινήτων, μέχρι και την έκδοση αποφάσεως επί του ασκηθέντος ένδικου μέσου της έφεσης.
Πιο συγκεκριμένα, η ως άνω Προσωρινή Διαταγή / Σημείωμα αναφέρει τα εξής: «Αφού άκουσε τους πληρεξουσίους Δικηγόρους των διαδίκων, εξέτασε ενόρκως την μάρτυρα, …, και όλα τα προσαγόμενα έγγραφα εκατέρωθεν, Δέχεται αίτηση χορήγησης προσωρινής διαταγής.
Χορηγεί Προσωρινή Διαταγή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην διάταξη του άρθρου 938 παρ. 2 και παρ. 4 του ΚΠολΔ, δυνάμει της οποίας Αναστέλλεται προσωρινά η διενέργεια του προγραμματισθέντος για την …-7-2023 πλειστηριασμού ακινήτων (επικαρπίας-ψιλής κυριότητας αντιστοίχως) των αιτούντων, καθώς και κάθε διενέργεια πράξεως εκτελεστικής διαδικασίας, μέχρι την έκδοση αποφάσεως επί του ασκηθέντος ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ενδίκου μέσου της έφεσης λόγω πιθανολόγησης αυτής, ιδία των λόγων τρίτου, τετάρτου, πέμπτου και δέκατου έκτου και συνδρομής ανεπανόρθωτης βλάβης σε αυτούς (τους αιτούντες), υπό τον όρο συζήτησης της έφεσης και αίτηση αναστολής στην ορισθησομένη δικάσιμο…».
Στο σημείο αυτό αξίζει να γίνει σύντομη μνεία στο περιεχόμενο των λόγων έφεσης που πιθανολόγησε το Δικαστήριο ότι θα γίνουν τελικά δεκτοί(ιδίως δε διότι κάποιοι εξ αυτών δεν απαντώνται συχνά στην νομολογία):
1) Ο τρίτος λόγος της έφεσής μας, αφορούσε τα νομιμοποιητικά έγγραφα που οφείλει κατ’ ά. 925 του ΚΠολΔ να κοινοποιήσει στον καθ’ ου η εκτέλεσημαζί με την επιταγή προς πληρωμή/εκτέλεση, ο επισπεύδων την αναγκαστική εκτέλεση ειδικός διάδοχοςτου αρχικού δικαιούχου. Η αντίδικος επισπεύδουσα, εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων, όχι μόνο δεν κοινοποίησε το πλήρες κείμενο των επίμαχων συμβάσεων, μεταβίβασης και ανάθεσης διαχείρισης των απαιτήσεων, ούτε δε και το απόσπασμα του Παραρτήματος που αφορούσε τις απαιτήσεις των οποίων την διαχείριση υποτίθεται ότι έχει αναλάβει, αλλά και σε πλείστα όσα από τα φερόμενα ως νομιμοποιητικά της έγγραφαπου πράγματι κοινοποίησε, παρατηρείτο έλλειψη νόμιμης επικύρωσης (είτε πλημμέλειες ως προς την νόμιμη επικύρωσή τους, είτε παντελής απουσία αυτής). Με βάση τα ανωτέρω, δεν αποδείκνυε την ενεργητική της νομιμοποίηση για την διενέργεια των επίμαχων πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης, κατά τον χρόνο τέλεσής τους.
2) Ο τέταρτος λόγος της έφεσής μας, αφορούσε την καταχρηστικότητα της συμπεριφοράς της αντιδίκου πλευράς. Ενώ οι εντολείς μας έχουν καταβάλει συστηματικές προσπάθειες για την υπογραφή μιας βιώσιμης και ρεαλιστικής ρύθμισης των φερόμενων οφειλών τους, ώστε να επιτευχθεί συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς, η αντίδικος επισπεύδουσα ουδέποτε μέχρι τώρα έχει εξετάσει σοβαρά τις προτάσεις τους. Μάλιστα, σημείο το οποίο φαίνεται να βάρυνε ιδιαίτερα στην κρίση της δικάζουσας Δικαστού, ήταν το γεγονός ότι ενώ η αντίδικος την άνοιξη του 2022, μετά από επανειλημμένες προτάσεις των εντολέων μας, προέκρινε ένα συγκεκριμένο σχέδιο για την ρύθμιση της οφειλής, πιέζοντας για την λήψη ενός δανείου (με το οποίο θα εξοφλούνταν οι παλαιότερες οφειλές) στο οποίο θα συμμετείχε ως εγγυήτρια η μη ενεχόμενη στις παλαιότερες συμβάσεις θυγατέρα του εγγυητή (ψιλή κυρία των εδώ ένδικων ακινήτων), αμέσως μετά, και ενώ οι εντολείς μας ήταν σε αναζήτηση χρηματοδότη, επέσπευσαν την ένδικη αναγκαστική εκτέλεση και κατά της μη ενεχόμενης στις ένδικες συμβάσεις θυγατέρας, με αποτέλεσμα εκείνη να ‘εμφανιστεί’ στο σύστημα του ‘Τειρεσία’,και έτσι η ίδια η αντίδικος να οδηγήσει σε ματαίωση της προοπτικής επίτευξης ρύθμισης βάσει του σχεδίου που η ίδια είχε προκρίνει, αφού καμία τράπεζα ή άλλος χρηματοδοτικός φορέας δεν δεχόταν να συζητήσει καν το ενδεχόμενο δανειοδότησης των εντολέων μας υπό το φως των νέων δεδομένων (εγγραφή της θυγατέρας στον Τειρεσία).
3) Ο πέμπτος λόγος της έφεσής μας, αφορούσε την ακυρότητα της επιταγής προς πληρωμή. Η αντίδικος επισπεύδουσα προχώρησε στην ένδικη αναγκαστική κατάσχεση, βασιζόμενη σε 2 επιταγές προς πληρωμή, μία στρεφόμενη κατά του πατρός οφειλέτη-εγγυητή και μία στρεφόμενη κατά της θυγατέρας-τρίτης κυρίας των ακινήτων. Ωστόσο, το Δικαστήριο αναγνώρισε την ακυρότητα της δεύτερης αυτής επιταγής, αφού από τον συνδυασμό των ά. 924 του ΚΠολΔ και 1294, 1295, 1296 ΑΚ, προκύπτει ότι στην περίπτωση του τρίτου κύριου ή νομέα ενυπόθηκων ακινήτων, εφόσον δεν ενέχεται και ο ίδιος προσωπικά για τις φερόμενες απαιτήσεις, ουδέποτε καθίσταται αυτός προσωπικός οφειλέτης του επισπεύδοντος, με αποτέλεσμα να μην επιτρέπεται να απευθύνεται προσωπικά εναντίον του η επιταγή προς πληρωμή ως πρώτη πράξη της εκτέλεσης, παρά μόνο να κοινοποιείται η επιταγή που στρέφεται κατά του οφειλέτη και σε αυτόν(τον τρίτο κύριο ή νομέα) / (η επιταγή δηλαδή να μην στρέφεται εναντίον του, αλλά μόνο να του κοινοποιείται η επιταγή προς πληρωμή που στρέφεται κατά του οφειλέτη).
4) Ο δέκατος έκτος λόγος της έφεσής μας, αφορούσε την εσφαλμένη παραγνώριση από το πρωτόδικο δικαστήριο, της επιθυμίας του νομοθέτη να κοινοποιείται η επιβληθείσα κατάσχεση σε όσους περισσότερους δανειστές του οφειλέτη είναι αυτό δυνατόν, προκειμένου να αναγγείλουν τις απαιτήσεις τους ή να συμμετάσχουν στον πλειστηριασμό, γεγονός που πιθανόν έχει θετική επίδραση και στην αύξηση του τιμήματος που μπορεί να επιτευχθεί μέσω του πλειστηριασμού. Το πρωτόδικο δικαστήριο, εμμένοντας αυστηρά στην γραμματική διατύπωση της παρ. 4 του ά. 995 του ΚΠολΔ, η οποία επιτάσσει με ποινή την ακυρότητα της διαδικασίας, την κοινοποίηση αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης στους ενυπόθηκους δανειστές, παραγνώρισε ότι στην πραγματικότητα την ίδια κοινότητα συμφερόντων έχει και ο δανειστής, ο οποίος έχει εγγράψει για απαίτησή του Προσωρινή Διαταγή επί των ένδικων ακινήτων, η οποία εγγραφή προκύπτει από τις κτηματολογικές εγγραφές/εγγραφές του υποθηκοφυλακείου, με αποτέλεσμα να απορρίψει τον προβαλλόμενο λόγο της ανακοπής μας για ακυρότητα της αναγκαστικής κατασχέσεως εξαιτίας παράλειψης κοινοποίησης του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης και σε αυτόν. Το λάθος αυτό της πρωτόδικης, αναγνώρισε η Δικαστής και πιθανολόγησε την ευδοκίμηση και αυτού του λόγου της έφεσής μας.
Τέλος, η Δικαστής πιθανολόγησε την ανεπανόρθωτη βλάβη των εντολέων μας, η οποία συνίστατο στο ότι κινδύνευαν να απωλέσουν τα ακίνητά τους (2 μάλιστα εξ αυτών αποτελούσαν την κύρια και μοναδική κατοικία εκάστου εξ αυτών), χωρίς να έχει κριθεί τελεσίδικα η νομιμότητα της διενεργηθείσας εις βάρος τους διαδικασίας αναγκαστικής εκτελέσεως, με αποτέλεσμα, ακόμα και στην όλως πιθανή περίπτωση να δικαιωθούν στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, να μην μπορούν να επαναφέρουν τα πράγματα στην προτέρα κατάσταση, επανακτώντας την κυριότητα των ένδικων ακινήτων τους ή διεκδικώντας σχετική αποζημίωση προς αποκατάσταση της βλάβης τους, παρά μόνο ύστερα από πολυδάπανες και χρονοβόρες δικαστικές διαδικασίες.