Κληρονομικό Δίκαιο

Συχνές ερωτήσεις (FAQ)

Ανάλογα με το είδος της διαθήκης (π. χ. δημόσια, ιδιόγραφη, μυστική) ο Αστικός μας Κώδικας ορίζει τις περιπτώσεις, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα την ακυρότητα της διαθήκης λόγω μη τήρησης του νόμιμου τύπου της. Επιπλέον, μία διαθήκη μπορεί να προσβληθεί και λόγω του περιεχομένου της (π. χ. αντίθεση στα χρηστά ήθη, πλάνη – απάτη – απειλή του θανόντος κλπ), λόγω πλαστότητας, λόγω ανικανότητας του διαθέτη προς σύνταξή της ή λόγω παράλειψης κάποιου νόμιμου μεριδούχου.

Νόμιμη μοίρα είναι το ελάχιστο εκ νόμου κληρονομικό μερίδιο που θα πρέπει να λάβουν οι γονείς του θανόντος, ο/η σύζυγος του ή σύντροφος από το σύμφωνο συμβίωσης που επιζεί και οι κατιόντες του (τέκνα, εγγόνια, δισέγγονα κλπ). Το δικαίωμα στη νόμιμη μοίρα εξαρτάται από το ποιοι συγγενείς από τους παραπάνω ζουν κατά το χρόνο του θανάτου (για παράδειγμα οι γονείς δεν έχουν δικαίωμα νόμιμης μοίρας, εφόσον ζουν τα παιδιά του θανόντος ή τα εγγόνια του αποκλείονται, εφόσον ζουν τα παιδιά του κλπ.) και υπολογίζεται στο μισό της εξ αδιαθέτου μερίδας.

Ναι, υπολογίζεται στη νόμιμη μοίρα η γονική παροχή και μάλιστα με την αξία που είχε όταν έγινε, εκτός αν ο κληρονομούμενος όρισε διαφορετικά, όταν έδωσε την παροχή.

Κάθε δωρεά που έκανε ο θανών όσο ζούσε (είτε προς νόμιμο μεριδούχο είτε προς οποιονδήποτε τρίτο κατά τα 10 τελευταία χρόνια της ζωής του, εκτός αν το έκανε λόγω ευπρέπειας ή ιδιαίτερου καθήκοντος) μπορεί να ανατραπεί, εφόσον η κληρονομιαία περιουσία που υπάρχει κατά το χρόνο του θανάτου του, δεν επαρκεί για να καλύψει τη νόμιμη μοίρα κάποιου μεριδούχου. Η ανατροπή μπορεί να γίνει μέσω αγωγής μέμψης άστοργης δωρεάς.

Κληρονομητήριο είναι το πιστοποιητικό που εκδίδεται με δικαστική απόφαση μετά από αίτηση του κληρονόμου και βεβαιώνεται σε αυτό το κληρονομικό του δικαίωμα και η μερίδα που του αναλογεί.

Σε περίπτωση απουσίας διαθήκης, η περιουσία κατανέμεται στους κληρονόμους ανάλογα με το είδος συγγένειάς τους με τον θανόντα, με βάση το οποίο οι συγγενείς χωρίζονται από τον νόμο σε τάξεις (1 η , 2 η , 3 η και 4 η τάξη) και κληρονομούν ανάλογα με το ποιοι υπάρχουν κατά το χρόνο του θανάτου. Έτσι, για παράδειγμα, οι συγγενείς της 1 ης τάξης αποκλείουν τους συγγενείς της 2 ης κ.ο.κ..

Η προθεσμία για την αποποίηση της κληρονομίας είναι 4 μηνών, αν ο θανών ζούσε στην Ελλάδα και 1 χρόνου, αν η τελευταία κατοικία του ήταν στο εξωτερικό ή αν ο κληρονόμος ζούσε στο εξωτερικό, όταν έμαθε για τον θάνατο του κληρονομουμένου και για το γεγονός ότι ο ίδιος καλείται ως κληρονόμος (είτε με διαθήκη είτε χωρίς). Η γνώση των τελευταίων αυτών περιστατικών σηματοδοτεί και την έναρξη της προθεσμίας αποποίησης. Στον νόμο προβλέπονται βέβαια και περιπτώσεις αναστολής της προθεσμίας αποποίησης (π. χ. λόγω ανωτέρας βίας).

Η αποποίηση γίνεται με δήλωση στο γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομίας. Για αποποίηση που γίνεται με αντιπρόσωπο απαιτείται ειδική πληρεξουσιότητα με συμβολαιογραφικό έγγραφο.

Αν χαθεί η προθεσμία αποποίησης, τότε ο νόμος ορίζει ότι η παράλειψη αυτή ισοδυναμεί με αποδοχή της κληρονομίας (πλασματική αποδοχή). Παρότι η αποδοχή της κληρονομίας κατά κανόνα είναι αμετάκλητη, υπάρχει η δυνατότητα ακύρωσης αυτής μέσω αγωγής, λόγω πλάνης, απάτης ή απειλής του κληρονόμου (για παράδειγμα όταν ο κληρονόμος είχε άγνοια για την ύπαρξη προθεσμίας αποποίησης ή υπήρξε πλάνη του για τη σημασία της άπρακτης παρόδου της).

Ο ανήλικος, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 371/2014 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, μπορεί να αποποιηθεί έως και εντός ενός (1) έτους από την ενηλικίωσή του, ακόμα και αν έχει παρέλθει η 4μηνη προθεσμία από τον θάνατο του διαθέτη.

Ο κληρονόμος που αποδέχεται την κληρονομία με το ευεργέτημα της απογραφής ευθύνεται για τις υποχρεώσεις της κληρονομίας έως το ενεργητικό αυτής. Η προσωπική του περιουσία διαχωρίζεται από την κληρονομιαία. Συνεπώς, ο κληρονόμος που αποδέχθηκε με το ευεργέτημα της απογραφής δεν ευθύνεται για τα χρέη της τελευταίας με την προσωπική του περιουσία.

Ο/Η διαθέτης μπορεί με διαθήκη να αποκληρώσει τα τέκνα και τον/τη σύζυγό του, δηλαδή να τους στερήσει τη νόμιμη μοίρα που προβλέπεται για αυτούς από τον νόμο, μόνο για τους εξής λόγους:

Α. Ως προς το παιδί του, αν αυτό: 1. επιβουλεύθηκε τη ζωή του διαθέτη, του συζύγου ή άλλου κατιόντος του διαθέτη, 2. προκάλεσε με πρόθεση σωματικές κακώσεις στο διαθέτη ή στο σύζυγό του, από τον οποίο κατάγεται ο κατιών, 3. έγινε ένοχος κακουργήματος ή σοβαρού πλημμελήματος με πρόθεση, κατά του διαθέτη ή του συζύγου του, 4. αθέτησε κακόβουλα την υποχρέωση που είχε από το νόμο να διατρέφει το διαθέτη, 5. ζει βίο άτιμο ή ανήθικο, παρά τη θέληση του διαθέτη. Η αποκλήρωση για το λόγο αυτό είναι άκυρη, αν ο κατιών κατά το θάνατο του διαθέτη είχε οριστικά εγκαταλείψει τον άτιμο ή ανήθικο βίο.

Β. Ως προς τον/τη σύζυγο, αν κατά το χρόνο του θανάτου είχε δικαίωμα να ασκήσει αγωγή διαζυγίου για βάσιμο λόγο αναγόμενο σε υπαιτιότητα του συζύγου του.

Σύμφωνα με το άρθρο 1871 του Αστικού Κώδικα, ο κληρονόμος έχει δικαίωμα να απαιτήσει από εκείνον που κατακρατεί ως κληρονόμος αντικείμενα της κληρονομίας (νομέα της κληρονομίας) την αναγνώριση του κληρονομικού δικαιώματος και την απόδοση της κληρονομίας ή κάποιου αντικειμένου από αυτήν, ασκώντας την «αγωγή περί κλήρου» εντός 20 ετών από τότε που έγινε η κατάληψη του πράγματος.

Στην περίπτωση αυτή μπορεί να ασκηθεί αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας, με αίτημα να αναγνωριστεί δικαστικά ότι η μεταβίβαση είναι άκυρη επειδή έγινε από μη κύριο. Το άρθρο 1033 του Αστικού Κώδικα απαιτεί για την εγκυρότητα της μεταβίβασης ακινήτου αυτός που μεταβιβάζει να έχει την κυριότητα αυτού, εκτός αν είχε εκδώσει προηγουμένως κληρονομητήριο.