Οκτώβριος 2023 – Απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών – Αναγνώριση της ακυρότητας της καταγγελίας σύμβασης δανείου λόγω καταχρηστικότητας
Με την υπ’ αριθμ. 2848/2023 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών έγινε δεκτή αγωγή του εντολέα μας δανειολήπτη κατά της αντιδίκου ειδικής εκκαθαρίστριας και αναγνωρίστηκε η ακυρότητα της καταγγελίας της σύμβασης στεγαστικού δανείου λόγω καταχρηστικότητας στην συμπεριφορά της ειδικής εκκαθαρίστριας.
Ειδικότερα, ο εντολέας μας κατόπιν της θέσεως της τράπεζας σε ειδική εκκαθάριση, με δική του πρωτοβουλία ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με τους υπαλλήλους της αντιδίκου προκειμένου να ρυθμίσει το στεγαστικό του δάνειο. Αφού απέστειλε προς αξιολόγηση όλα τα οικονομικά του στοιχεία, έλαβε από την ειδική εκκαθαρίστρια έγγραφο πρόσθετης πράξης ρύθμισης της σύμβασης προς υπογραφή. Αμέσως, ανταποκρίθηκε άμεσα καταβάλλοντας την αιτηθείσα από την αντίδικο προκαταβολή και απέστειλε υπογεγγραμένο το έγγραφο της πρόσθετης πράξης ρύθμισης και ανέμενε να του αποσταλεί το δοσολόγιο της ρύθμισης. Το επόμενο χρονικό διάστημα καλούσε συνεχώς τους υπαλλήλους της αντιδίκου προκειμένου να ενημερωθεί για την ολοκλήρωση της ρύθμισης και εκείνοι του απαντούσαν ότι δεν γνωρίζουν εάν έχει εγκριθεί η συμφωνία από την ειδική εκκαθαρίστρια. Ενώ λοιπόν ο εντολέας μας ανέμενε την σύναψη της σύμβασης ρύθμισης της οφειλής του, η αντίδικος όλως αντιφατικά σε σχέση με την προηγούμενη συμπεριφορά της, προέβη στην καταγγελία της δανειακής σύμβασης χωρίς να τηρήσει την διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών.
Έτσι, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών έκρινε ότι η αγωγή θα πρέπει να γίνει δεκτή και να αναγνωριστεί η ακυρότητα της καταγγελίας του στεγαστικού δανείου λόγω καταχρηστικής άσκησης του συναφούς δικαιώματος της ειδικής εκκαθαρίστριας, αναγνωρίζοντας ότι η αντίδικος ήταν υποστηρικτική προς τον δανειολήπτη, αφού του απέστειλε το ανωτέρω έγγραφο και ουδέποτε απέρριψε την πρότασή του για ρύθμιση, διαμορφώνοντας μια κατάσταση εμπιστοσύνης προς αυτήν. Έκρινε ακόμη ότι η συμπεριφορά του εντολέα τον κατατάσσει στην κατηγορία των «συνεργάσιμων δανειοληπτών» σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Ν. 4224/2013, ενώ αντίθετα η αντίδικος δεν τήρησε την Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών. Στη βάση των ανωτέρω, το Δικαστήριο κατέληξε ότι η ενέργεια της αντιδίκου να προβεί στην καταγγελία της σύμβασης δανείου υπερβαίνει προφανώς τις αρχές της καλής πίστης, των χρηστών ηθών και του οικονομικού και κοινωνικού σκοπού του δικαιώματος, επιφέρει δυσμενείς επιπτώσεις στα συμφέροντα του ενάγοντα και συνιστά κατάχρηση δικαιώματος, αφού η αντίδικος δεν είχε συμφέρον στην άσκηση του δικαιώματος της, δεδομένου ότι η απαίτησή της είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη και υπάρχει η δυνατότητα εξυπηρέτησης του δανείου, ενώ βάσει της προγενέστερης υποστηρικτικής συμπεριφοράς της, δημιούργησε στον ενάγοντα την εύλογη πεποίθηση ότι δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμά της. Ως εκ τούτου, η καταγγελία της σύμβασης στεγαστικού δανείου είναι άκυρη και δεν επιφέρει έννομες συνέπειες.