Αναστολή διεξαγωγής πλειστηριασμού κατόπιν αποδοχής αίτησης ασφαλιστικών μέτρων στο πλαίσιο ασκηθείσας έφεσης

Εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 1221/2022 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, δυνάμει της οποίας έγινε δεκτή αίτηση εντολέως μας για την αναστολή της – επισπευδόμενης από εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις του ν. 4354/2015 – εις βάρος της αναγκαστικής εκτέλεσης και, συγκεκριμένα, της διενέργειας πλειστηριασμού επί ακινήτου ιδιοκτησίας της, ο οποίος επρόκειτο να διενεργηθεί δύο μόλις ημέρες αφότου δημοσιεύθηκε η ως άνω απόφαση. Η αίτηση αναστολής κατατέθηκε στο πλαίσιο έφεσης που είχε ασκηθεί προς ακύρωση της απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (ά. 937 του ΚΠολΔ ως ίσχυε προ των αλλαγών που επέφερε ο ν. 4842/2021 στον ΚΠολΔ, και πλέον ά. 938 του ΚΠολΔ), το οποίο είχε απορρίψει την ανακοπή της εντολέως μας κατά της επιταγής προς πληρωμή και της κατασχετήριας έκθεσης, επί των οποίων στηριζόταν ο προγραμματισμένος πλειστηριασμός. Ανάμεσα στους λόγους έφεσης που έχουν προβληθεί και επηρέασαν την κρίση του δικαστηρίου συγκαταλέγεται και η εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και η κακή εκτίμηση των αποδείξεων εκ μέρους του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου σχετικά με την έλλειψη κύρους της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης, η οποία κοινοποιήθηκε σε διεύθυνση που δεν συνιστούσε πλέον κατοικία της καθ’ ης η εκτέλεση εντολέως μας κατά τον χρόνο της επίμαχης επίδοσης, παρά το γεγονός ότι η μεταβολή της διεύθυνσής της είχε πολλάκις γνωστοποιηθεί στην επισπεύδουσα εταιρεία μέσω εξώδικων δηλώσεων και κατατεθειμένων δικογράφων, γεγονός που καθιστά την επίδοση της κατασχετήριας έκθεσης ανυπόστατη και οδηγεί στην ακυρότητα της εκτελεστικής διαδικασίας χωρίς την ανάγκη επίκλησης και απόδειξης δικονομικής βλάβης. Για την αποδοχή της αίτησης το δευτεροβάθμιο δικαστήριο πιθανολόγησε εν τέλει ότι θα ευδοκιμήσει ο λόγος της έφεσης που αφορά την εσφαλμένη εκ μέρους του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου ως προς το ζήτημα της έλλειψης έγγραφης απόδειξης της νομιμοποίησης της δικαιοπαρόχου τράπεζας για την διενέργεια εκτελεστικών πράξεων λόγω της έλλειψης προσκόμισης και κοινοποίησης του CD, στο οποίο εξειδικεύονταν οι δανειακές απαιτήσεις που εκχωρήθηκαν από την αρχική δικαιούχο της απαίτησης-τράπεζα στην αγοράστρια τραπεζική εταιρεία (και του οποίου τα μέρη προέβλεψαν την ύπαρξη για σκοπούς ταυτοποίησης/αποδεικτικούς των μεταβιβασθεισών απαιτήσεων), τις οποίες η αγοράστρια τραπεζική εταιρεία φέρεται να μεταβίβασε περαιτέρω σε εταιρεία απόκτησης απαιτήσεων του ν. 4354/2015. Η απόφαση έκρινε ειδικότερα ότι  «[.] ο εν λόγω πέμπτος λόγος ανακοπής – με τον οποίο η αιτούσα ισχυρίζεται ακυρότητα των πράξεων της εκτέλεσης που διενεργήθηκαν μέχρι την επιβολή κατάσχεσης στο ακίνητο ιδιοκτησίας της, λόγω μη κοινοποίησης σε αυτήν, σε κανένα στάδιο της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης από την έναρξή της μέχρι την επιβολή της κατάσχεσης και την επίδοση της κατασχετήριας έκθεσης, των εγγράφων από τα οποία να αποδεικνύεται ότι η 4η των καθ’ ων νομιμοποιείται για την έκδοση διαταγής πληρωμής ως ειδική διάδοχος [.] και ακολούθως η 3η εξ αυτών για την επίσπευση σε βάρος της αναγκαστικής εκτέλεσης ως διαχειρίστρια των απαιτήσεων της 1ης των καθ’ ων – ειδικής διαδόχου της 4ης, αναφορικά και με τη σε βάρος της (αιτούσας) απαίτηση, δηλαδή τα έγγραφα που αποδεικνύουν ότι στις μεταβιβασθείσες απαιτήσεις περιλαμβάνεται και η σε βάρος της απαίτηση – είναι πλήρως ορισμένος και περαιτέρω είναι και νόμιμος» και ότι θα οδηγήσει σε εξαφάνιση της πρωτοβάθμιας απόφασης επί της ασκηθείσας ανακοπής. Περαιτέρω, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο πιθανολόγησε ότι η εντολέας μας θα υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη από τον επικείμενο πλειστηριασμό του ακινήτου της, λόγω της απώλειας του μισθώματος από την ενοικίασή του, στο οποίο βασίζεται για να βιοποριστούν αυτή και τα (ενήλικα μεν αλλά σπουδάζοντα) τέκνα της, αλλά και των οριστικών καταστάσεων που θα δημιουργηθούν με τον πλειστηριασμό, οι οποίες είναι εξαιρετικά δυσχερές να επανορθωθούν, ακόμα και εάν ο τελευταίος ακυρωθεί. Συνεπεία των ανωτέρω, η διαταχθείσα αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης μέχρι τον χρόνο έκδοσης απόφασης επί της ασκηθείσας έφεσης παρέχει ένα ικανό χρονικό διάστημα προστασίας στην εντολέα μας, το οποίο δύναται να αξιοποιήσει, προκειμένου να επιτύχει μια ευνοϊκή ρύθμιση των φερόμενων οφειλών της.