Απόφαση Μονομελούς Πρωτοδικείου Τρίπολης & Απόφαση Ειρηνοδικείου Ψωφίδος περί ακύρωσης επιταγών προς εκτέλεση συνολικού ύψους 80.000 ευρώ κατ΄εφαρμογήν του άρθρου 925 ΚΠολΔ λόγω έλλειψης συγκοινοποίησης των νομιμοποιητικών εγγράφων του ειδικού δικαιούχου της απαίτησης προκειμένου αυτός να αρχίσει την αναγκαστική εκτέλεση.

Εκδόθηκε η υπ΄αριθμ. 65/2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Τρίπολης και η υπ’ αριθμ. 23/2020 απόφαση του Ειρηνοδικείου Ψωφίδος που έκαναν δεκτές ανακοπές εντολέα μας κατά αντίστοιχων επιταγών προς εκτέλεση συνολικού ύψους 80.000 ευρώ κατ΄εφαρμογήν του άρθρου 925 ΚΠολΔ, λόγω έλλειψης συγκοινοποίησης των νομιμοποιητικών εγγράφων του ειδικού δικαιούχου της απαίτησης προκειμένου αυτός να αρχίσει την αναγκαστική εκτέλεση. Ειδικότερα, σύμφωνα με την διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 925 ΚΠολΔ, ο καθολικός ή ειδικός διάδοχος του δικαιούχου δεν μπορεί να αρχίσει, ή να συνεχίσει, την αναγκαστική εκτέλεση πριν κοινοποιηθούν σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση η επιταγή και τα έγγραφα που τον νομιμοποιούν. Η παράβαση των διατυπώσεων που ορίζονται στην ανωτέρω διάταξη για την έναρξη ή συνέχιση της αναγκαστικής εκτέλεσης επιφέρει ακυρότητα της εκτέλεσης, ανεξάρτητα από την συνδρομή του στοιχείου της βλάβης. Το δικαστήριο έκρινε ότι «Η καθ’ ης η ανακοπή – καθ’ ης οι πρόσθετοι λόγοι, επιδιώκοντας την ικανοποίηση της απαίτησης που απέρρεε από την εν λόγω διαταγή πληρωμής, ξεκίνησε την εκτελεστική διαδικασία κοινοποιώντας στους ανακόπτοντες την από 8.11.2019 επιταγή προς εκτέλεση κάτωθι του αντιγράφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής, συγκοινοποιώντας τους το από 14.4.2016 έγγραφο της «…..Α.Ε.». Πλην όμως, δοθέντος ότι η καθ’ ης η ανακοπή – καθ’ ης οι πρόσθετοι λόγοι δεν αναφέρεται στον εκτελεστό τίτλο, ήτοι την ένδικη διαταγή πληρωμής, ως δικαιούχος της απαίτησης που απορρέει από την εν λόγω επιταγή, προκειμένου να αρχίσει την εκτελεστική διαδικασία, έπρεπε να αποδείξει την ενεργητική νομιμοποίησή της, συγκοινοποιώντας τα νομιμοποιητικά της έγγραφα, που να αποδεικνύουν αφενός μεν ότι η εκχωρήτρια της απαίτησης που απορρέει από το ένδικο αξιόγραφο «….Α.Ε.» κατέστη ειδική διάδοχος της υπέρ ης η ένδικη διαταγή πληρωμής «…Α.Ε» και ότι, συνεπώς, ήταν δικαιούχος της ενσαρκούμενης στον εκτελεστό τίτλο απαίτησης, αφετέρου δε, ότι η καθ’ ης η ανακοπή – καθ’ ης οι πρόσθετοι λόγοι κατέστη εκδοχέας της απαίτησης αυτής λόγω εκχώρησής της από την εκχωρήτρια «….Α.Ε.». Περαιτέρω, δεν συγκοινοποιήθηκε στους ανακόπτοντες ούτε η σύμβαση εκχώρησης μεταξύ της «…..Α.Ε.» και της καθ’ ης η ανακοπή – καθ’ ης οι πρόσθετοι λόγοι λαμβανομένου υπόψη ότι αυτή ισχυρίζεται ότι είναι εκδοχέας της απαίτησης που απορρέει από την εν λόγω επιταγή. Μόνη δε η από 14.4.2016 επιστολή της «…Α.Ε» που συγκοινοποιήθηκε στους ανακόπτοντες, ακόμη και αν επέχει θέση σύμβασης εκχώρησης, κατά τους ισχυρισμούς της καθ’ ης η ανακοπή – καθ’ ης οι πρόσθετοι λόγοι, δεν αποδεικνύει ότι η εκχωρήτρια είχε καταστεί με κάποιον τρόπο δικαιούχος της εκχωρηθείσας απαίτησης, έτσι ώστε να συνάγεται ότι η επισπεύδουσα την αναγκαστική εκτέλεση – καθ’ ης η ανακοπή- καθ’ ης οι πρόσθετοι λόγοι νομιμοποιείται να αρχίσει νέα εκτελεστική διαδικασία ως εκδοχέας – δικαιούχος της απαίτησης.».