Απόφαση Πρωτοδικείου Αθηνών περί Ακύρωσης Πράξης Διενέργειας Αναπλειστηριασμού

Εκδόθηκε προσφάτως η υπ’ αριθμ. 104/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία ακυρώθηκε Πράξη Διενέργειας Αναπλειστηριασμού, με την οποία η επιληφθείσα τον πλειστηριασμό υπάλληλός του-συμβολαιογράφος, επιχειρούσε να επανεκκινήσει την διαδικασία πλειστηριασμού (αναπλειστηριασμός) εις βάρος εντολέα μας, υπερθεματιστή του αρχικού πλειστηριασμού. Αναλυτικότερα, ο εντολέας μας αρχικώς αναδείχθηκε ως υπερθεματιστής σε διενεργηθέντα πλειστηριασμό ακινήτου (καταστήματος), το οποίο επιθυμούσε να χρησιμοποιήσει ως επαγγελματική στέγη. Κατόπιν του διενεργηθέντος πλειστηριασμού, στον οποίο πλειοδότησε υπό την πίεση του χρόνου, καθότι το εν λόγω ακίνητο εμφανιζόταν ως πραγματική ευκαιρία για τον σκοπό που το προόριζε, ανέθεσε στο γραφείο μας την διενέργεια του νομικού ελέγχου προκειμένου να ολοκληρωθεί η διαδικασία μεταβίβασης. Κατόπιν όμως του ελέγχου που διενεργήθηκε, διαπιστώθηκε ότι το εν λόγω ακίνητο βάραιναν πλείστα νομικά ελαττώματα, μεταξύ των οποίων ήταν και ότι αυτό (το ακίνητο) δεν μπορούσε να αποτελεί αντικείμενο ξεχωριστής διαιρεμένης (οριζόντιας) ιδιοκτησίας, καθότι βρισκόταν ακόμη υπό ανέγερση (στα μπετά), κατά συνέπεια δεν μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο μεταβίβασης μέσω του πλειστηριασμού, καθώς ο τρίτος καθ’ ων η εκτέλεση/πλειστηριασμός οφειλέτης δεν ήταν πράγματι κύριος αυτού, παρά είχε μόνο δικαίωμα προσδοκίας (θα αποκτούσε δηλαδή την κυριότητα του ακινήτου όταν θα ολοκληρωνόταν η ανέγερσή του). Παρά το γεγονός όμως ότι ο εντολέας μας προέβη σε νόμιμη υπαναχώρηση από τον ως άνω πλειστηριασμό λόγω ύπαρξης νομικού ελαττώματος του ακινήτου, η επιληφθείσα τον πλειστηριασμό συμβολαιογράφος, θεώρησε την δοθείσα από τον εντολέα μας για την συμμετοχή στον πλειστηριασμό εγγυοδοσία ως καταπτωθείσα, και επιχείρησε με Πράξη Διενέργειας Αναπλειστηριασμού την εκ νέου εκπλειστηρίαση του ακινήτου εις βάρος του. Αποτέλεσμα αυτής της πράξεως, εφόσον τελικώς δεν ακυρωνόταν, θα ήταν η οριστική απώλεια της δοθείσας εγγυοδοσίας από τον εντολέα μας-υπερθεματιστή του αρχικού πλειστηριασμού, ενώ περαιτέρω θα καλείτο εκείνος να καταβάλλει τυχόν διαφορά που θα προέκυπτε μεταξύ του αρχικά επιτευχθέντος (μέσω του αρχικού πλειστηριασμού) και του τελικά επιτευχθέντος (μέσω του επιχειρούμενου αναπλειστηριασμού) πλειστηριάσματος, συν το γεγονός ότι θα είχε δεσμευθεί/αφαιρεθεί ένα σημαντικό ποσό από την περιουσία του χωρίς να έχει επιτύχει τον αρχικό σκοπό του, ήτοι την απόκτηση μόνιμης επαγγελματικής στέγης. Το δικαστήριο όμως, δεχόμενο την νόμιμη και βάσιμη επιχειρηματολογία μας, δικαίωσε τον εντολέα μας, ακυρώνοντας την ως άνω Πράξη Διενέργειας Αναπλειστηριασμού. Πιο συγκεκριμένα, το δικαστήριο δέχτηκε τα εξής: «Από όλα τα παραπάνω προκύπτει ότι υφίσταται νομικό ελάττωμα επί του επίδικου εκπλειστηριασθέντος ακινήτου, δηλαδή δικαίωμα τρίτου και συγκεκριμένα, έλλειψη κυριότητας επ’ αυτού του δευτέρου των καθών και δικαίωμα συγκυριότητας επ’ αυτού των λοιπών ιδιοκτητών των οριζόντιων ιδιοκτησιών στην εν λόγω πολυκατοικία…Αφού, όμως, τόσο η επισπεύδουσα όσο και ο υπερθεματιστής αγνοούσαν την ύπαρξη του νομικού ελαττώματος, σύμφωνα με το άρθρο 380 ΑΚ, απαλλάσσονται και οι δύο από την παροχή και αντιπαροχή, αντίστοιχα. Έτσι, ο ανακόπτων δεν έχει υποχρέωση να καταβάλει το πλειστηρίασμα και οι προαναφερόμενες πράξεις εκτέλεσης για τον αναπλειστηριασμό είναι άκυρες.». Αποτέλεσμα της ως άνω κρίσης του δικαστηρίου είναι ότι ο εντολέας μας-υπερθεματιστής του αρχικού πλειστηριασμού αποφεύγει την εις βάρος του διενέργεια αναπλειστηριασμού, γεγονός που θα είχε τις συνέπειες που αναπτύχθηκαν ανωτέρω, ενώ πλέον ανοίγει διάπλατα ο δρόμος για την επιστροφή της δοθείσας από εκείνον αχρεωστήτως καταβληθείσας εγγυοδοσίας.