Αύγουστος 2025 – Έκδοση υπ’ αρ. 1034/2025 απόφασης Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης

Αύγουστος 2025 – Έκδοση υπ’ αρ. 1034/2025 απόφασης Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης

Τελεσίδικη απόκρουση αγωγής με αίτημα την επιδίκαση ποσού 1.800.000,00€ από σχέση εμπορικής διανομής.

Σε βάρος εντολέως μας εταιρείας, θυγατρικής πολυεθνικής εταιρείας, δραστηριοποιούμενης στον ευρύτερο χώρο προμήθειας προϊόντων και παροχής υπηρεσιών που σχετίζονται με ιατρικά εργαλεία, είχε ασκηθεί αγωγή από αντισυμβαλλόμενή της. Πιο συγκεκριμένα, οι δύο εταιρείες είχαν συνάψει σχέση εμπορικής διανομής δυνάμει της οποίας η εντολέας είχε αναλάβει την υποχρέωση να προμηθεύει την διανομέα με συγκεκριμένα προϊόντα ενδοσκοπικής χειρουργικής και αρθροσκοπικών επεμβάσεων.

Η διανομέας, επικαλούμενη αθέτηση συμβατικών υποχρεώσεων αναγόμενη σε καθυστερημένη εκτέλεση παραγγελιών, προέβη σε καταγγελία της σύμβασης διανομής, προσκάλεσε την εντολέα να παραλάβει αδιάθετο εμπόρευμα και εξοπλισμό και άσκησε αγωγή αιτούμενη αθροιστικά αποζημίωση που ανήρχετο στο ποσό του €1.800.000,00, από θετική ζημία, διαφυγόντα κέρδη και ηθική βλάβη. Σε πρώτο βαθμό η αγωγή είχε απορριφθεί με την έκδοση της υπ’ αριθμ. 6924/2024 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, έπειτα από επιτυχή χειρισμό της εταιρείας μας (βλ. περισσότερα εδώ).

Η διανομέας/ενάγουσα προχώρησε στην άσκηση έφεσης επί τη βάσει της εσφαλμένης εκτίμησης των αποδεικτικών μέσων, ως προς την περιουσιακή ζημία την οποία ως υποστήριζε είχε υποστεί. Το δικόγραφο της έφεσής της επιχείρησε να συμπληρώσει ασκώντας εμπροθέσμως πρόσθετους λόγους έφεσης, διαμαρτυρόμενη για εσφαλμένη κρίση του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου αναφορικά και με την αποζημίωση που διεκδικούσε λόγω ηθικής βλάβης.

Το Δικαστήριο, έπειτα από κατάλληλη υποστήριξη της υπόθεσης στο δεύτερο βαθμό, απέρριψε την έφεση και τους πρόσθετους λόγους έφεσης της διανομέως/ενάγουσας και νυν εκκαλούσας.

Αρχικά, όπως υποστηρίχθηκε και έγινε δεκτό, απαραδέκτως επιχειρούσε η εκκαλούσα να προσβάλει το κεφάλαιο της πρωτοβάθμιας απόφασης που αφορούσε την ηθική βλάβη, το πρώτον με πρόσθετους λόγους έφεσης. Και αυτό διότι η ηθική βλάβη αποτελεί ξεχωριστό, αυτοτελές κεφάλαιο της απόφασης, μη αναγκαίως συνεχόμενο με το κεφάλαιο που αφορά τη διεκδίκηση αποζημίωσης λόγω περιουσιακής ζημίας. Πρόκειται για αυτοτελή αίτηση δικαστικής προστασίας, που δημιουργεί χωριστό αντικείμενο δίκης (στο πλαίσιο της ίδιας διαφοράς) και εκκρεμοδικίας και για την οποία (αίτηση) εκδόθηκε χωριστή διάταξη της απόφασης σε πρώτο βαθμό. Θα έπρεπε, δηλαδή, η εκκαλούσα να έχει φροντίσει να προσβάλει το σχετικό κεφάλαιο με το δικόγραφο της έφεσής της εξ αρχής. Η παράλειψή της αυτή είχε ως αποτέλεσμα την τελεσιδικία του σχετικού κεφαλαίου, και ως εκ τούτου, το απαράδεκτο της προσβολής του, το πρώτον, με πρόσθετους λόγους έφεσης.

Το Εφετείο Θεσσαλονίκης απέρριψε και τους ισχυρισμούς που προέβαλε η διανομέας αναφορικά με την περιουσιακή της βλάβη από θετική ζημία και διαφυγόντα κέρδη, επικυρώνοντας την κρίση του Πρωτοδικείου. Πιο συγκεκριμένα, ως προς το αίτημα επιδίκασης αποζημίωσης από διαφυγόντα κέρδη, αποδεχόμενο τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν δεόντως εκ μέρους μας, παραδέχτηκε την πλήρη απουσία αιτιώδους συνδέσμου, ανάμεσα στις ενέργειες της προμηθεύτριας εταιρείας/εντολέως μας και της ζημίας που επικαλείτο η διανομέας. Και αυτό διότι, δεν αποδείχτηκε καθυστέρηση στην παράδοση των παραγγελθέντων προϊόντων.

Ως προς το αίτημα αποζημίωσης θετικής ζημίας (το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς της ενάγουσας και ήδη εκκαλούσας, συνίστατο στην αξία μηχανημάτων που αυτή είχε προμηθευτεί και λειτουργούσε με αναλώσιμα που παράγγελνε από την εντολέα) ομοίως κρίθηκε αβάσιμο διότι ακόμη και εάν υποτίθετο αντισυμβατική συμπεριφορά εκ μέρους της προμηθεύτριας εταιρείας (δηλ. καθυστερημένη παράδοση αναλώσιμων), εν τούτοις η προμήθεια των μηχανημάτων είχε λάβει χώρα σε χρόνο προγενέστερο της έναρξης της συμβατικής σχέσης, από νομικό πρόσωπο διαφορετικό (ήτοι, την μητρική, αλλοδαπή εταιρεία της προμηθεύτριας). Απερρίφθη, λοιπόν, και σε δεύτερο βαθμό το κρυπτόμενο αίτημα της ενάγουσας/εκκαλούσας, περί άρσης του εταιρικού πέπλου των δύο εταιρειών, μητρικής και θυγατρικής, που θα είχε ως αποτέλεσμα συνευθύνη της θυγατρικής για ενοχικές υποχρεώσεις που είχε αναλάβει η μητρική.

Ως εκ τούτου, η αγωγή απερρίφθη ολοκληρωτικά.