Η ανάθεση της επιμέλειας του ανήλικου τέκνου στον πατέρα
yiannatsis2023-11-22T10:19:20+00:00Θεόδωρος Η. Γιαννατσής, Εταίρος – Διαχειριστής
Χαρά Σαραντάρη, LLM
Περίληψη: Ένα από τα ζητήματα της καθημερινής δικαστηριακής πρακτικής αποτελεί η ανάθεση της επιμέλειας των τέκνων σε έναν από τους δύο γονείς – κατόπιν διαφωνίας τους – μετά την διακοπή της έγγαμης ή της εν γένει σχέσης συμβίωσης αυτών (δυνάμει συμφώνου συμβίωσης) Ήδη σε προηγούμενο σημείωμα μας έχουμε αναφερθεί στα κριτήρια που λαμβάνουν υπόψη τα δικαστήρια για την ανάθεση της επιμέλειας των ανηλίκων τέκνων σε κάποιον εκ των γονέων τους. Σκοπός του παρόντος σημειώματος είναι να καταδείξει τις σύγχρονες νομολογιακές εξελίξεις, όπου κατατείνουν στην αποκλειστική ανάθεση της επιμέλειας των ανηλίκων τέκνων στον πατέρα, εφόσον πληρούνται στο πρόσωπο του οι προϋποθέσεις καταλληλότητας.
Ι. Εισαγωγή
Το δικαστήριο που επιλαμβάνεται μίας τέτοιας διαφοράς θα αποφασίσει με αποκλειστικό κριτήριο το αληθινό συμφέρον του τέκνου. Ως αληθινό συμφέρον του τέκνου νοείται αυτό που αποσκοπεί στην ανάπτυξη του ανηλίκου σε μια υπεύθυνη, ανεξάρτητη και ψυχικά υγιή προσωπικότητα. Ποιο είναι όμως το συμφέρον του τέκνου, κρίνεται ad hoc, ήτοι ξεχωριστά για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, με μόνο περιορισμό από τον δικαστή να μην παραβιάσει την Συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας, δηλαδή να μην αποφασίσει με γνώμονα το φύλο, την φυλή, την γλώσσα, την θρησκεία, τις πολιτικές ή όποιες άλλες πεποιθήσεις, την κοινωνική προέλευση ή την περιουσιακή κατάσταση των γονέων.
Ο νομοθέτης ρυθμίζει τις σχέσεις γονέων και τέκνων χωρίς να προκρίνει το ένα φύλο έναντι του άλλου και, συνεπώς, σύμφωνα με το γράμμα του νόμου, ο πατέρας δεν θεωρείται λιγότερο ή περισσότερο κατάλληλος έναντι της μητέρας προκειμένου να του ανατεθεί η άσκηση της επιμέλειας των ανήλικων τέκνων του. Ωστόσο, ο λόγος που ο πατέρας κατά την δικαστηριακή πρακτική φαίνεται να έχει άνιση μεταχείριση –σε ότι αφορά την ανάθεση της επιμέλειας των τέκνων του- πρέπει να αναζητηθεί τόσο στα έμφυλα στερεότυπα που επιτάσσουν η ευθύνη για την ανατροφή των παιδιών να επιρρίπτεται αποκλειστικά στην μητέρα, θεωρώντας αυτή κατά τεκμήριο καταλληλότερη με γνώμονα την γυναικεία της φύση και μόνο, όσο και στο μειωμένο ενδιαφέρον των πατεράδων στο παρελθόν να διεκδικήσουν την επιμέλεια των τέκνων τους.
Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται σαφής στροφή της νομολογίας μας και πληθαίνουν οι αποφάσεις με τις οποίες ανατίθεται η άσκηση της επιμέλειας των ανήλικων τέκνων στον πατέρα. Τούτο συμβαίνει, είτε α) στις περιπτώσεις εκείνες που ο τελευταίος κρίνεται καταλληλότερος, χωρίς μάλιστα να κριθεί η μητέρα ως «ακατάλληλη» και χωρίς να αμφισβητούνται τα αισθήματα στοργής και αγάπης που τρέφει για τα παιδιά της, είτε β) στις περιπτώσεις κακής άσκησης της επιμέλειας των τέκνων από την μητέρα.
Δοθέντος ότι βασικός πυλώνας κάθε απόφασης είναι να υπηρετείται το συμφέρον του τέκνου, δεν λαμβάνεται υπόψη από το δικαστήριο η αιτία του διαζυγίου ή της διακοπής της συμβίωσης του ζευγαριού ή ποιος γονέας φέρει την ευθύνη για τη διάσπαση της οικογενειακής ενότητας. Εξαίρεση στον κανόνα αυτό αποτελεί η περίπτωση κατά την οποία η υπαίτια συμπεριφορά του γονέα δύναται να έχει αντίκτυπο στην άσκηση της γονικής μέριμνας και συνακόλουθα στην επιμέλεια του προσώπου του τέκνου κατά τρόπο αντίθετο στο συμφέρον του. Τέτοιες συμπεριφορές συνήθως αποτελούν οι περιπτώσεις ασκήσεως ενδοοικογενειακής βίας.
Περαιτέρω για την εξειδίκευση της αόριστης νομικής έννοιας του συμφέροντος του τέκνου δεν αποτελούν κρίσιμα κριτήρια η ηλικία και το φύλο του τέκνου, καθότι το κάθε παιδί μπορεί να τραφεί εξίσου καλά από τον έναν ή τον άλλο γονέα, χωρίς διάκριση. Η ανωτέρω παραδοχή ενισχύεται ειδικά ως προς τον πατέρα, από τις σύγχρονες ψυχοκοινωνικές μελέτες που αφενός μεν αποδομούν το δόγμα της βιοκοινωνικής υπεροχής της μητέρας, ως υπερτερούσας στην αγάπη και την φροντίδα προς τα τέκνα, με μοναδικό κριτήριο το φύλο της (Hoffman &Moon, 2000, Pickar 2008), αφετέρου δε καταδεικνύουν τον σημαντικό ρόλο αυτού στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και των διαπροσωπικών σχέσεων των τέκνων (Basuserman,2002, Vezzetti, 2012).
ΙΙ. Κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο για τον προσδιορισμό του συμφέροντος του τέκνου και την κρίση του για την ανάθεση της επιμέλειας αυτού στον «καταλληλότερο» γονέα.
Α) Η σταθερότητα των συνθηκών ανάπτυξης του τέκνου χωρίς εναλλαγές στις συνθήκες διαβίωσης:
Τον κλονισμό που επιφέρει έστω και πρόσκαιρα στην ζωή του ανηλίκου, η διακοπή της οικογενειακής συμβίωσης και η χωριστή εγκατάσταση των γονέων του, προσπαθεί να αμβλύνει το Δικαστήριο, λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη τους παράγοντες που κατατείνουν στη δημιουργία ενός σταθερού περιβάλλοντος ανάπτυξης για το τέκνο. Η σταθερή κατοικία, η διατήρηση της καθημερινής «ρουτίνας» του ανηλίκου και των δεσμών που έχει αναπτύξει με το φιλικό του κύκλο, το οικείο σχολικό περιβάλλον, τα σταθερά εισοδήματα του γονέα αποτελούν εχέγγυα για την ανάπτυξη αυτού σε ένα κλίμα ασφάλειας και ηρεμίας.
Χαρακτηριστικά στην υπ΄αριθμ. 359/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λαμίας, το δικαστήριο ανέθεσε την επιμέλεια του ανήλικου τέκνου στον πατέρα κρίνοντας ότι η μητέρα δεν συνεργάζεται με τον πατέρα, εξαφανίζεται με το ανήλικο τέκνο, καθιστώντας δυσμενή την οργάνωση της ανατροφής και της υγείας του σε σταθερό και ασφαλές περιβάλλον ενώ αντιθέτως κρίθηκε ότι «ο αιτών είναι ο πλέον κατάλληλος για την ανάληψη της επιμέλειας του ανήλικου τέκνου των διαδίκων, καθόσον η καθ’ ης η αίτηση δεν έχει σταθερή κατοικία, μόνιμη εργασία, και, δεδομένου του προβλήματος υγείας που παρουσιάζει ο ανήλικος υιός των διαδίκων, ιατροφαρμακευτική κάλυψη ώστε να παρέχει σ’ αυτό την αναγκαία θεραπεία, ενώ ο αιτών έχει σταθερή εργασία ως ιδιοκτήτης λεωφορείου ενταγμένου στο ΚΤΕΛ .., με σημαντικό ετήσιο εισόδημα, διαθέτει οργανωμένη οικογενειακή στέγη με εξοπλισμένο παιδικό δωμάτιο, έχει υποστηρικτικό οικογενειακό περιβάλλον, τη μητέρα του και οικογένεια του αδελφού του, που θα βοηθήσει στην ανατροφή του ανήλικου υιού του. Είναι, επομένως, ικανός πατέρας και το συμφέρον του ανήλικου τέκνου του επιβάλλει να ανατεθεί η επιμέλεια του προσώπου του αποκλειστικά στον αιτούντα, ο οποίος έχει τα ανάλογα προσόντα ν’ ανταποκριθεί στο λειτουργικό αυτό καθήκον, στο οποίο τον συνδράμουν η πατρική οικογένεια του, και η οικογένεια του αδελφού του».
Ακόμα και στην περίπτωση κατά την οποία κρίνονται και οι δύο γονείς το ίδιο κατάλληλοι για την εκτέλεση των καθηκόντων τους που απορρέουν από την ανάθεση της επιμέλειας του τέκνου, κατά τη στάθμιση του Δικαστηρίου βαρύνει η μη διατάραξη του μέχρι τότε τρόπου ζωής του ανηλίκου. Εάν επομένως η κοινή οικογενειακή στέγη βρισκόταν εκεί όπου πλέον κατοικεί μόνος του ο πατέρας, ενώ η μητέρα κατοικεί πλέον σε περιοχή απομακρυσμένη από το κέντρο των δραστηριοτήτων και των φιλικών σχέσεων του ανηλίκου, τότε το στοιχείο αυτό θα ληφθεί σημαντικά υπόψη από το Δικαστήριο.
Πράγματι, στην εξόχως ενδιαφέρουσα υπ’ αριθμ. 1064/218 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, το Δικαστήριο μολονότι αναγνώρισε το σημαντικό ρόλο της μητέρας στην ζωή των ανηλίκων, την προσωπική και συστηματική της ενασχόληση της με την ανατροφή επίβλεψη και μόρφωση αυτών, τη μητρική στοργή με την οποία τα περιθάλπει, το γεγονός ότι «Ιδίως στο ιδιαίτερα δύσκολο χρονικό διάστημα που ακολούθησε της διάσπασης της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων, αποτέλεσε για αυτά το στήριγμα τους και το ασφαλές λιμάνι τους», το γεγονός ακόμη ότι «Η δημιουργία δεσμού της με άλλον άνδρα, έναν διαζευγμένο πατέρα μιας κόρης οχτώ περίπου ετών, δεν την εμποδίζει και δεν επηρεάζει στην άσκηση των καθηκόντων της έναντι των ανήλικων παιδιών της», στάθμισε ως περισσότερο σημαντικό παράγοντα κατά την εξειδίκευση του αληθινού συμφέροντος των ανηλίκων την γνώμη αυτών και την διατήρηση των συνθηκών διαβίωσης τους και τελικά αφαίρεσε την επιμέλεια από την μητέρα που έως τότε την ασκούσε και ανέθεσε προσωρινά την επιμέλεια τους στον πατέρα με το εξής σκεπτικό «ο ανήλικος υιός, κατά την προσωπική επικοινωνία με αυτόν, δήλωσε, παρά την τυχόν θετική επίδραση που ασκεί πάνω του η ανωτέρω αδελφή του σε σχέση με την μητέρα τους, ότι επιθυμεί να ζει με τον καθ’ ου -πατέρα του- γιατί με τη μαμά που θα μετακομίσει πιο μακριά θα αλλάξει σχολείο, όπου δεν ξέρει κανένα, ενώ του μπαμπά είναι πιο κοντά στο σχολείο, όπου έχει πολλούς φίλους, ότι θέλει να είναι με αυτόν, στο σπίτι του οποίου τα παιδιά γεννήθηκαν και μεγάλωσαν και όπου υπάρχουν ξεχωριστά δωμάτια για κάθε παιδί και είναι πλήρως διαμορφωμένα… Ο αιτών έχει σοβαρή οικονομική επιφάνεια, ασχολείται σε μια μεγάλη εταιρεία και έχει τη δυνατότητα να αφιερώσει ικανοποιητικό χρόνο στα παιδιά, εν αντιθέσει με παλαιότερα, διότι έχουν μειωθεί τα επαγγελματικά ταξίδια. …».
Oμοίως στη υπ΄αριθμ. 13715/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, ανατίθεται προσωρινά η επιμέλεια της ανήλικης στον πατέρα της προκειμένου η τελευταία να μην απομακρυνθεί από το οικείο περιβάλλον της μετά τη μετοίκηση της μητέρας της από την πόλη διαμονής τους σε έτερη πόλη. Η βαρύνουσα δε σημασία του κριτηρίου της σταθερότητας συνθηκών διαβίωσης του τέκνου προκύπτει αβίαστα από το γεγονός ότι στην υπό κρίση υπόθεση, μολονότι το Δικαστήριο έκρινε και τους δύο γονείς κατάλληλους προκειμένου να τους ανατεθεί η άσκηση της επιμέλειας της ανήλικης, αποφάσισε ότι αν και «το ιδανικό θα ήταν να ασκούν οι διάδικοι από κοινού την επιμέλεια της ανήλικης κατανέμοντας χρονικά εξίσου μεταξύ τους τον χρόνο που η ανήλικη θα διέμενε με έκαστο εξ αυτών, πλην όμως, ενόψει των διαφωνιών που ανέκυψαν τελευταίως, καθώς και της εκδηλωθείσας πρόθεσης της αιτούσας να μετοικήσει στην … Γιαννιτσών, η λύση αυτή καθίσταται ανέφικτη και ως εκ τούτου…» κρίθηκε ότι «είναι προς το συμφέρον της ανήλικης να μην απομακρυνθεί από το οικείο περιβάλλον της περιοχής της … Θεσσαλονίκης όπου ήταν η οικογενειακή στέγη, το σχολείο της και οι φίλοι της, προκειμένου να μην διαταραχθεί η ισορροπία που με κόπο διατηρήθηκε παρά τη διάσπαση της οικογενειακής συνοχής, πρέπει να ανατεθεί προσωρινά η αποκλειστική επιμέλεια της ανήλικης στον αιτούντα πατέρα της, ο οποίος ανταποκρίθηκε επάξια στο γονεϊκό του ρόλο κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης όσο και μετά τη διάσπαση της οικογενειακής συνοχής, με τον οποίο η ανήλικη συνδέεται με ισχυρούς συναισθηματικούς δεσμούς».
Β) Οι έως τότε δεσμοί του τέκνου με τους γονείς και (τυχόν) αδελφούς του καθώς και η γνώμη του ανηλίκου:
H σημασία των «έως τότε δεσμών του τέκνου» μεταφράζεται στην ιδιαίτερη έμφαση που δίνει η νομολογία μας στη διατήρηση σταθερού περιβάλλοντος για το τέκνο. Κατά τούτο, δίνει κάποιο προβάδισμα στον γονέα με τον οποίο το τέκνο έχει αναπτύξει περισσότερο ισχυρούς δεσμούς ή στον γονέα που είχε μέχρι τότε την επιμέλεια ή de facto τη φροντίδα του.
Με δεδομένη την ύπαρξη του εν λόγω δεσμού του τέκνου προς το συγκεκριμένο γονέα, αυτός θεωρείται ότι έχει τη δυνατότητα αποτελεσματικότερης διαπαιδαγώγησης προς όφελος του ανηλίκου και επομένως ότι είναι ο πλέον κατάλληλος για την επιμέλεια του, όμως υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι ο ιδιαίτερος αυτός δεσμός του τέκνου προς τον ένα από τους γονείς του έχει αναπτυχθεί φυσιολογικά και αβίαστα ως ψυχική στάση, η οποία είναι προϊόν της ελεύθερης και ανεπηρέαστης επιλογής του ανηλίκου, που έχει την στοιχειώδη ικανότητα διάκρισης. Πρέπει δε να λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη ότι ο ανήλικος, που έχει ακόμη ατελή την ψυχοπνευματική ανάπτυξη και την προσωπικότητά του υπό διαμόρφωση, υπόκειται ευχερώς σε επιδράσεις και υποβολές των γονέων ή άλλων, οι οποίες, έστω και χωρίς επίγνωση γενόμενες, οδηγούν ασφαλώς στο σχηματισμό της μονομερούς διαμόρφωσης και προτίμησης προς τον ένα από τους γονείς, οπότε η προτίμησή του δεν εξυπηρετεί πάντοτε και το αληθές συμφέρον του. Κατά τούτα, είναι καθοριστικός παράγων η γνώμη του ανηλίκου, υπό τις ανωτέρω προϋποθέσεις.
Στην υπ’ αριθμ. 1526/2017 απόφαση του, o Άρειος Πάγος, επικυρώνοντας την υπ’ αριθμ. 986/2016 απόφαση του Εφετείου Αθηνών ανέθεσε την επιμέλεια της ανήλικης κόρης στον πατέρα της με το σκεπτικό ότι «Ο ενάγων (ήδη αναιρεσίβλητος)…έχει αναπτύξει ισχυρό συναισθηματικό δεσμό με την ανήλικη κόρη του, η οποία τον υπεραγαπά και δεν θέλει να τον αποχωρισθεί, επιθυμία της είναι να διαμένει πάντοτε με τον πατέρα της,…… Η γιαγιά της ανήλικης από την πατρική πλευρά έχει ενεργό ρόλο στη φροντίδα της και η ανήλικη έχει αναπτύξει συναισθήματα αγάπης και σεβασμού προς αυτή και με μεγάλη ευχαρίστηση περνά πολλές ώρες στην οικία της γιαγιάς της στο …, η οποία της εξασφαλίζει άριστες συνθήκες διαβίωσης …».
Στην υπ’ αριθμ. 6047/2018 απόφαση του, το Μονομελές Εφετείο Αθηνών, ανατρέποντας την υπ’ αριθμ. 7184/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με την οποία είχε ανατεθεί προσωρινά η επιμέλεια των ανηλίκων στην μητέρα τους, ανέθεσε οριστικά την επιμέλεια αυτών στον πατέρα τους. Για τον σχηματισμό της δικαιοδοτικής του κρίσης το δικαστήριο έλαβε υπόψη του ότι «τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων, τα οποία σημειωτέον ότι, παρά το γεγονός ότι είναι διαφορετικού φύλου και έχουν διαφορά ηλικίας 7 ετών, συνδέονται μεταξύ τους με βαθιά αισθήματα αγάπης και επιθυμούν να μεγαλώνουν μαζί» αλλά και την εκπεφρασμένη ρητή και μετ’ επιτάσεως γνώμη αυτών να ζήσουν με τον πατέρα τους, έκρινε ότι «δεν είναι δυνατόν να αγνοηθεί η διαχρονική θέση των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, περί επιθυμίας τους να αναλάβει την επιμέλειά τους ο πατέρας τους, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη, ότι το μεγαλύτερο από αυτά, Χ., ενηλικιώνεται σε τέσσερις περίπου μήνες από την επικοινωνία της με το δικαστή του Δικαστηρίου τούτου και έχει ήδη διαμορφώσει κατά μεγάλο βαθμό την προσωπικότητά της, με συνέπεια να μην υπόκειται ευχερώς σε οιαδήποτε υποβολή… Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, χωρίς να παραβλέπονται τα ειλικρινή αισθήματα αγάπης και στοργής της εφεσίβλητης προς τα δύο τέκνα της ούτε η μέχρι σήμερα σημαντική συμβολή της στην ανατροφή και εν γένει ανάπτυξή τους, ούτε η επιτακτική ανάγκη της συνεχίσεως της τελευταίας, λαμβανομένων υπόψη α) του ιδιαίτερου δεσμού που έχει δημιουργηθεί μεταξύ των τέκνων των διαδίκων και του εκκαλούντος, β) της κατηγορηματικά και συνεχώς εκφραζόμενης ως άνω προτιμήσεώς τους που συνεκτιμάται από το Δικαστήριο, ύστερα και από τη στάθμιση του βαθμού της ωριμότητας καθενός από αυτά, γ) της επιθυμίας τους να συνεχίσουν να διαμένουν μαζί και να μην χωρίσουν, παρά τη διαφορά της ηλικίας τους, δ) της ηλικίας των άνω τέκνων που δεν έχουν ανάγκη ιδιαίτερης φροντίδας και περιποιήσεως πλέον της μητέρας τους, ε) της προσωπικότητας και της παιδαγωγικής καταλληλότητας του εκκαλούντος, όπως αυτή σκιαγραφείται θετικά στην ως άνω έκθεση της κοινωνικής λειτουργού, το πραγματικό συμφέρον των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων, επιβάλλει να ανατεθεί οριστικά η επιμέλεια του προσώπου τους στον εκκαλούντα, ο οποίος παρέχει εχέγγυα ότι θα ανταποκριθεί με επάρκεια στα γονικά του καθήκοντα, με στόχο την ορθολογική ανάπτυξη και την ομαλή ψυχολογική εξέλιξη των τέκνων του μέσα σε ήρεμο οικογενειακό περιβάλλον. Η λύση αυτή δεν θα ανατρέψει βίαια τον διαμορφωμένο τρόπο ζωής των τέκνων των διαδίκων ούτε θα διαταράξει την ψυχική τους ισορροπία».
Γ) Η εν τοις πράγμασι άσκηση της επιμέλειας από τον έναν γονέα
Είναι συχνές οι περιπτώσεις όπου τα τέκνα μετά την διακοπή της οικογενειακής συμβίωσης, διαμένουν με έναν εκ των δύο γονέων και συνηθέστατα με την μητέρα τους κατόπιν κοινής μεταξύ των γονέων συμφωνίας. Εφόσον όμως οι πρώην σύζυγοι επιθυμούν μεταγενέστερα λόγω προστριβών και διαφωνιών, να ανατρέψουν, τη συμφωνία αυτή, το Δικαστήριο με γνώμονα το απόλυτο συμφέρον του τέκνου συνεκτιμά κατά την κρίση του για την ανάθεση σε έναν εξ αυτών της επιμέλειας το ποιος γονέας στην πράξη ασκούσε την επιμέλεια του ανηλίκου μετά την διακοπή της συμβίωσης και μέχρι εκείνη τη στιγμή υπό την προϋπόθεση ότι είναι και αυτοτελώς κατάλληλος για την άσκηση του γονεϊκού του ρόλου.
Στην υπ’ αριθμ. 225/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών όπου την επιμέλεια του τέκνου ασκούσε τόσο η μητέρα όσο και ο πατέρας σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα, πλην όμως η μητέρα μετέβαλλε συνεχώς γνώμη για τον τόπο διαμονής του τέκνου, το δικαστήριο έκρινε ότι «ο αιτών – καθ’ ου η αίτηση είχε αναλάβει τη φροντίδα και την ανατροφή της ανήλικης, επιδεικνύοντας συνέπεια και ισχυρό αίσθημα καθήκοντος στην ανατροφή αυτής, συνεπικουρούμενος από την οικογένειά του, για περισσότερα από 4 έτη, εξασφαλίζοντας στην ανωτέρω ανήλικη ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, παρέχοντας σ’ αυτή κάθε είδους υλική και ψυχική υποστήριξη. Ειδικότερα πιθανολογήθηκε ότι ο αιτών, στον οποίο η καθ’ ης η αίτηση εν τοις πράγμασι είχε αναθέσει την επιμέλεια της ανήλικης φρόντιζε για τη σωστή ανατροφή και εκπαίδευση της ανήλικης….είχε δημιουργήσει το κατάλληλο περιβάλλον για την ανάπτυξή της ενώ η αιτούσα – καθ’ ης η αίτηση, μετέβαλε συνεχώς γνώμη ως προς τη διαβίωση της ανήλικης, προκαλώντας στην τελευταία ανασφάλεια και αβεβαιότητα. Επομένως, αυτός ο οποίος μπορεί να προσφέρει ένα σταθερό και ασφαλές οικογενειακό περιβάλλον, προκειμένου η ανήλικη να βοηθηθεί στην ομαλή ανάπτυξη και διαμόρφωση της προσωπικότητάς της, είναι ο αιτών – καθ’ ου».
Τέλος δέον να τονιστεί ότι αμφισβητείται το κατά πόσο είναι κρίσιμη η περιουσιακή-οικονομική κατάσταση κάθε γονέα ως κριτήριο για την ανάθεση της επιμέλειας του τέκνου. Αν και εν αρχή δεν γίνονται τέτοιου είδους διακρίσεις με βάση την αρχή της ισότητας, πλην όμως είναι στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη συσχετιζόμενο με την δυνατότητα του γονέα να παρέχει ένα σταθερό περιβάλλον ανάπτυξης του τέκνου.
Κατά τούτο στην ΑΠ 882/2015 αν και τονίζεται η αρχή της μη διάκρισης με κριτήριο τις οικονομικές δυνάμεις των γονέων, φαίνεται να οδηγούμαστε σε λήψη υπ’ όψιν της περιουσιακής κατάστασης των μερών, πλην όμως όχι ως αποκλειστικό κριτήριο αλλά ως συνυπολογιζόμενο με τα λοιπά καθώς στη δικαστική κρίση, σχετικά με το συμφέρον του παιδιού, καταλείπεται ευρύ πεδίο ώστε, να ληφθούν υπόψη όλες οι σχέσεις και οι περιστάσεις, που θα οδηγήσουν σε ρύθμιση τέτοια, που να εξυπηρετείται καλύτερα το συμφέρον του ανηλίκου τέκνου.
Δ) Η προσωπικότητα και η παιδαγωγική καταλληλότητα του κάθε γονέα, η πνευματική τους ανάπτυξη και η δράση τους στο κοινωνικό σύνολο, η ικανότητα προσαρμογής τους στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας μέσα στα πλαίσια της λογικής και ορθολογικής αντιμετώπισης των θεμάτων των νέων
Είναι σαφές ότι η προσωπικότητα των γονέων καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την κρίση περί της καταλληλότητας τους για την ανάθεση της επιμέλειας και της ανατροφής των ανηλίκων και εκτιμάται από το Δικαστήριο. Η αστάθεια του χαρακτήρα, οι τυχόν υπάρχουσες ψυχικές διαταραχές και οι εξαρτήσεις, η άστατη και ανώριμη συμπεριφορά, κατατείνουν στην κρίση περί ακαταλληλότητας του ενός γονέα και της ανάθεσης της επιμέλειας στον άλλο. Αντίθετα, η δυνατότητα του γονέα να επικοινωνεί ουσιαστικά με το ανήλικο τέκνο και να αφουγκράζεται τους προβληματισμούς του, η συναισθηματική του ωριμότητα και η λειτουργία του ως προτύπου για την ζωή του ανηλίκου συνηγορούν στην κρίση περί της καταλληλότητας αυτού για την ανάληψη της φροντίδας και επιμέλειας του τέκνου.
Ενδεικτικά στην υπ’ αριθμ. 7765/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών η επιμέλεια ανατέθηκε στον πατέρα καθώς κρίθηκε η ακαταλληλότητα της μητέρας η οποία δημιουργούσε φοβίες και ανασφάλεια στα τέκνα της. Μάλιστα στην υπό κρίση υπόθεση η αλλαγή του σχολικού περιβάλλοντος των τέκνων κρίθηκε μικρότερης σημασίας από την ανάγκη για την εν γένει ομαλή εξέλιξη της ζωής τους.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι «η καθ’ ης υποβάλει τα ανήλικα τέκνα εναντίον του αιτούντος και του εν γένει οικογενειακού περιβάλλοντος, δημιουργώντας τους φοβίες και συναισθηματική ανασφάλεια και για το λόγο αυτό επιβάλλεται η μεταβολή των όρων διαβίωσής τους. Τούτο είτε οφείλεται στην ένταση των σχέσεων της καθ’ ης με τον αιτούντα, καθόσον κατ’ επανάληψη τον εμποδίζει από την απρόσκοπτη επικοινωνία με τα τέκνα και είναι αρνητική στις κοινωνικές επαφές των ανηλίκων τέκνων με πρόσωπα του οικογενειακού περιβάλλοντος, είτε σε θέμα ψυχικής υγείας της καθ’ ης έχει το ίδιο αποτέλεσμα, ήτοι τη διατάραξη της ομαλής ψυχοσωματικής ανάπτυξης των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων ηλικίας 13 και 11 ετών, τα οποία προκειμένου να αναπτύξουν την προσωπικότητά τους και να μορφωθούν έχουν ανάγκη να διαβιούν σε ήρεμο οικογενειακό περιβάλλον, χωρίς εντάσεις και προβλήματα, απόρροια ιδίως της έντασης στις σχέσεις των διαδίκων, που ενίοτε συνεπάγεται έντονα επεισόδια, επέμβαση αστυνομικών αρχών, εισαγγελικές παραγγελίες για κοινωνική έρευνα κλπ… ενόψει δε τούτων και ο ισχυρισμός ότι δεν είναι σωστό τα ανήλικα τέκνα ν’ αλλάξουν σχολικό περιβάλλον στη μέση της χρονιάς, πρέπει ν’ απορριφθεί αφού η όποια ταλαιπωρία τους κατά τη διαδικασία αλλαγής σχολείου είναι μικρότερης σημασίας από την ανάγκη για ομαλή εξέλιξη της εν γένει ζωής τους».
Στην υπ’ αριθμ. 824/2018 απόφαση του ο Άρειος Πάγος επικύρωσε την απόφαση του Εφετείου και ανέθεσε την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων αποκλειστικά στον πατέρα, καθώς κρίθηκε ότι η μητέρα επιχειρούσε να αναθρέψει και να διαπαιδαγωγήσει το ανήλικο με ιδιόμορφο τρόπο, του μιλούσε μόνο αγγλικά και το απέτρεπε να συναναστρέφεται με τα άλλα παιδιά της ηλικίας του με αποτέλεσμα ο ανήλικος να είναι εσωστρεφής, φοβισμένος και απομονωμένος. Το Δικαστήριο έκρινε ότι «το καλώς νοούμενο συμφέρον του ανήλικου τέκνου των διαδίκων, …είναι να ανατεθεί η επιμέλεια αυτού αποκλειστικά στον πατέρα του – …ότι το γεγονός ότι η εφεσίβλητη επιθυμούσε την ανατροφή του ανήλικου με τέτοιο τρόπο ώστε αυτός να απομονώνεται και να μην κοινωνικοποιείται όπως τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας του, ότι κατά το έτος 2011 εξαφανίστηκε μαζί με τον ανήλικο από την οικογενειακή στέγη για χρονικό διάστημα τεσσάρων μηνών, επιχειρώντας μάλιστα να αναχωρήσει για τις Η.Π.Α., όπου ζει η οικογένειά της, ότι αφού επέστρεψε στην κατοικία της ..στη συνέχεια τον Ιούλιο του έτους 2012 αυτοβούλως εγκατέλειψε και πάλι τη συζυγική κατοικία, καθώς και το ότι δεν έχει σταθερή και μόνιμη εργασία, χωρίς να εμποδίζεται προς τούτο από λόγους υγείας ή ηλικίας, καταδεικνύουν ότι ο χαρακτήρας της εφεσίβλητης είναι ασταθής και ως εκ τούτου δεν είναι το πλέον κατάλληλο πρόσωπο προκειμένου να επιμεληθεί, στο παρόν χρονικό διάστημα, για την ομαλή ανάπτυξη του ανήλικου τέκνου της».
Αλλά και στην υπ’ αριθμ. 10/2018 απόφαση του το Μονομελές Πρωτοδικείο Κορίνθου ανέθεσε την επιμέλεια στον πατέρα λαμβάνοντας υπόψη ότι «οι δύο ανήλικοι υιοί των διαδίκων… αν και έδειξαν να τρέφουν αισθήματα αγάπης και για τους δύο γονείς τους, διατύπωσαν παράπονα και εξέφρασαν την πικρία τους, επειδή η μητέρα τους αφενός αδυνατεί να αναπτύξει μία ουσιαστική επικοινωνία μαζί τους και να διαχειρισθεί τα συναισθήματα της και ειδικότερα το θυμώδη χαρακτήρα της, παρουσιάζοντας μία συνεχώς εριστική συμπεριφορά έναντι του προσώπου τους και αφετέρου επιτρέπει σε μέλη του στενού συγγενικού της περιβάλλοντος (όπως στον παππού τους και πατέρα της) να εκδηλώνουν μία τιμωρητική διάθεση προς αυτά, χωρίς να υπάρχει σοβαρός λόγος προς τούτο».
Ε) Δυνατότητα αυτοπρόσωπης παρουσίας και συνδρομή στην άσκηση της επιμέλειας από λοιπά πρόσωπα
Πέραν της προσωπικότητας και της παιδαγωγικής καταλληλότητας των γονέων το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του και την δυνατότητα αυτοπρόσωπης παρουσίας του γονέα στην ζωή του τέκνου. Ο γονέας θα πρέπει να μπορεί να αφιερώνει καθημερινά χρόνο στο τέκνο του, διαφορετικά ελλείπει ο δικαιολογητικός παράγοντας της ανάθεσης της επιμέλειας σε αυτόν. Ωστόσο, οι απαιτητικοί ρυθμοί εργασίας στην σύγχρονη ζωή και η ανάγκη εξασφάλισης ενός minimum διαβίωσης στερούν από τους γονείς την δυνατότητα να βρίσκονται όλη την ημέρα με το τέκνο τους. Ο κανόνας είναι ότι κάθε γονέας θα εργάζεται και θα απουσιάζει από την οικία για κάποιες ώρες της ημέρας, σε διαφορετική περίπτωση πιθανότατα θα υπάρχει πρόβλημα ανεργίας και συνακόλουθα πρόβλημα βιοπορισμού, άρα η αίτηση για ανάληψη της επιμέλειας μάλλον θα απορριφθεί ήδη εξ αυτού του λόγου, μολονότι ο θεσμός της διατροφής αμβλύνει κατά τι αυτό το πρόβλημα.
Στη συνήθη περίπτωση κατά την οποία ο γονέας λείπει αρκετές ώρες από το σπίτι, την έλλειψη αυτή θα πρέπει να αναπληρώνουν τουλάχιστον άλλα πρόσωπα, ιδίως οι στενοί συγγενείς του ανηλίκου ή πρόσωπα εμπιστοσύνης του γονέα που αποδεδειγμένα φροντίζουν τον ανήλικο όπως λχ μια παιδαγωγός που θα έχει αναλάβει να συνεπικουρεί τον γονέα στην φροντίδα του τέκνου όταν εκείνος απουσιάζει.
Σε κάθε πάντως περίπτωση, ο γονέας του ανηλίκου δε θα μπορεί να αφεθεί ολοκληρωτικά στην αναπλήρωσή του από τα παραπάνω πρόσωπα, τα οποία δύνανται μεν να τον συνεπικουρούν, όχι όμως και εξ ολοκλήρου να τον αντικαθιστούν.
ΣΤ) Αντί Επιλόγου
Αναντίρρητα, με την σταδιακή ωρίμανση του κοινωνικού περιβάλλοντος θα κερδίζουν έδαφος και άλλες λύσεις ως προς την άσκηση της επιμέλειας των τέκνων και κυρίως αυτή της από κοινού άσκησης της (για την οποία μπορείτε να ενημερωθείτε από το πρόσφατο σημείωμα μας), η οποία αντικειμενικά είναι προτιμότερη από απόψεως τόσο διαπαιδαγώγησης του ανηλίκου, όσο και εμπέδωσης της αρχής της ισότητας των γονέων αναφορικά με το δικαίωμα απόλαυσης του γονεϊκού ρόλου τους.
Όσο όμως οι προστριβές και οι συγκρούσεις μεταξύ των γονέων καθιστούν μονόδρομο την ανάθεση της επιμέλειας των τέκνων σε ένα εξ αυτών, επιβάλλεται να επιλεχθεί το πρόσωπο που θεωρείται καταλληλότερο για την ενάσκηση των καθηκόντων αυτών με γνώμονα το απόλυτο συμφέρον του τέκνου. Η ποικιλία των κριτηρίων που δύναται να λάβει υπόψη του το Δικαστήριο, σχετιζόμενα τόσο με το πρόσωπο του ίδιου του ανηλίκου, όσο και με το πρόσωπο των γονέων του αλλά και τις εν γένει διαμορφωμένες ή δυνάμενες να διαμορφωθούν συνθήκες διαβίωσης απαιτούν διεξοδική προετοιμασία και στενή συνεργασία του γονέα με τον νομικό του παραστάτη προκειμένου να αναδειχθεί κάθε πτυχή της υπό κρίση υπόθεσης που θα συνεκτιμηθεί από το Δικαστήριο προκειμένου να κριθεί το αληθινό συμφέρον του τέκνου και συνακόλουθα να επιτευχθεί το αιτούμενο από τον γονέα που είναι η ανάθεση στον ίδιο της επιμέλειας του τέκνου.