Παράσταση προς υποστήριξη κατηγορίας για παραβίαση δικαστικής απόφασης για ζητήματα που αφορούν τη γονική μέριμνα – καταδικαστική απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Γιαννιτσών

Ο εντολέας μας άσκησε έγκληση στην πρώην σύζυγό του, αμέσως μόλις ενημερώθηκε έπειτα από λήψη σχετικής εισαγγελικής παραγγελίας για την εισαγωγή του παιδιού τους στο νοσοκομείο για δηλητηρίαση από κατάποση τσιγάρων. Το γεγονός αυτό δολίως είχε αποκρυφθεί από την κατηγορούμενη, παρά το γεγονός ότι η καθημερινή υποχρέωση ενημέρωσης για την γενική κατάσταση υγείας του τέκνου τους, μέσω μηνυμάτων ή τηλεφωνικώς ήταν υποχρεωτική βάσει της ισχύουσας απόφασης σχετικά με τη ρύθμιση της επικοινωνίας και της γονικής μέριμνας. Από τα μεταξύ τους μηνύματα προέκυπτε η μη ενημέρωση του εντολέα μας, καθώς του ανέφερε ότι το παιδί παίζει, τρώει και κάνει τα πρώτα βήματα. Από το περιεχόμενό τους όμως μπορούσαν να τεθούν και αρκετές αμφιβολίες, ζητήματα τα οποία έθεσε η κατηγορούμενη, πλην όμως αντικρούσθηκαν. Από την άλλη, ο πολιτικώς ενάγων και η αυτόπτης μάρτυρας κατηγορίας ανέφεραν με σαφήνεια τα πραγματικά περιστατικά χωρίς να πέσουν σε αντιφάσεις. Από την πλευρά της κατηγορούμενης ετέθη ο ισχυρισμός ότι πέραν από τα μηνύματα αυτά, στα οποία δεν αναγραφόταν που βρισκόταν το παιδί, ενημέρωσε τον πολιτικώς ενάγοντα και τηλεφωνικά.

Τελώντας εν γνώσει του ισχυρισμού αυτού και με δεδομένο ότι προηγούμενη αίτησή μας για λήψη εισαγγελικής παραγγελίας σχετικά με την αναλυτική κίνηση λογαριασμού του εντολέα μας για τις ημέρες αυτές είχε απορριφθεί, αιτηθήκαμε γραπτώς την αναβολή της διαδικασίας προκειμένου επιμέλεια της κατηγορούμενης ή της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Γιαννιτσών.. Κατά τις αγορεύσεις, από την πλευρά μας επισημάνθηκε ότι η κατηγορούμενη είχε τη δυνατότητα και κατά την προκαταρκτική εξέταση και κατά τις συμπληρωματικές εξηγήσεις της αλλά και κατά την εκδίκαση της υπόθεσης να προσκομίσει τις κλήσεις αυτές. Αντιθέτως, όχι μόνο δεν το έπραξε αλλά σιώπησε επί του ζητήματος αυτού. Σε αντίθετη με την κατηγορούμενη όμως καταδείχθηκε ότι ο παριστάμενος προς υποστήριξη της κατηγορίας, όντας βέβαιος για τη μη ύπαρξη τέτοιων κλήσεων προσπάθησε με κάθε νόμιμο τρόπο να λάβει αντίγραφο των κλήσεών του. Αφού λοιπόν καταδείχθηκε από την πλευρά μας η στάση της κατηγορούμενης, η οποία δε συνάδει με την δικαστηριακή πρακτική κατά την οποία ε΄΄είναι αδιανόητο ο κατηγορούμενος να μπορεί να αποδείξει περίτρανα την αθωότητά του και να μην το πράττει, αλλά αντιθέτως να σιωπά, εν συνεχεία συνδυαστικά με τα υπόλοιπα στοιχεία της δικογραφίας που καταδεικνύουν την ενοχή της κατηγορουμένης, τέθηκε ο ισχυρισμός ότι το δικαστήριο απορρίπτοντας σιωπηρά την αίτηση αναβολής έχει αποκτήσει δικανική πεποίθηση, η οποία επουδενί μπορεί να καταλήγει σε αθώωση. Ειδικότερα, τέθηκε ότι το δικαστήριο κατά την ελεύθερη εκτίμηση των αποδείξεων υποχρεούται να λάβει υπόψη τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, από τα οποία προέκυπτε η ενοχή της, αλλά και καταδείχθηκε ότι η αθωότητα της κατηγορούμενης σε συνδυασμό με την απόρριψη του αιτήματος αναβολής για κρείσσονες πλήττει ουσιαστικά τα δικαιώματα υπεράσπισης του παριστάμενου προς υποστήριξη κατηγορίας. Από την άλλη, η υπεράσπιση ουδεμία αναφορά έκανε στην δυνατότητα ης κατηγορούμενης να προσκομίσει τις κλήσεις αυτές, προσπαθώντας να αποπροσανατολίσει και εμμένοντας σε περιστατικά τα οποία και αληθώς υποτιθέμενα ουδεμία σχέση είχαν με την παρούσα υπόθεση, αναφέροντας όλως αορίστως ότι είχε υπάρξει ενημέρωση.

Βάσει των ανωτέρω, αποδείχθηκε η πλήρωση της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης της κατηγορούμενης, η οποία δεν τήρησε τις υποχρεώσεις της απορρέουσες από απόφαση, παραπλάνησε τον παριστάμενο προς υποστήριξη κατηγορίας και πρόβαλλε αναληθείς ισχυρισμούς, προσβάλλοντας πρωτίστως την πολιτειακή εξουσία και δευτερευόντως τα δικαιώματα του παριστάμενου προς υποστήριξη κατηγορίας που προστατεύονται βάσει αυτής. Κατ’ επέκταση, η κατηγορούμενη, με ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΤΙΚΗ Εισαγγελική Πρόταση κηρύχθηκε από το Μονομελές Πλημμελειοδικείο αυθημερόν και σε δημόσια συνεδρίαση ΕΝΟΧΗ για το αδίκημα του αρ. 169 Α ΠΚ.