Το νέο οικογενειακό δίκαιο μετά την ψήφιση του Ν. 4800/2021: Η εδραίωση της έννοιας της από κοινού και εξίσου ανατροφής.
yiannatsis2023-11-23T16:55:19+00:00Αλεξάνδρα Γιάκη, Διαχειριστής Εταίρος
Ηλίας Γιαννατσής, Δικηγόρος
Πολλά ακούστηκαν το τελευταίο διάστημα για την «συνεπιμέλεια». Απαίτηση μεγάλου μέρους της κοινωνίας ήταν η μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου και η εναρμόνισή του με τις διεθνείς συμβάσεις αλλά και τις σύγχρονες αντιλήψεις της ιατρικής και της ψυχολογίας για ισότιμη συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή των τέκνων τους.
Τόσο συλλογικοί φορείς, αποτελούμενοι από ψυχολόγους, κοινωνιολόγους και λοιπούς επιστήμονες, αλλά και «απλούς» πατεράδες, οι οποίοι στην πλειονότητά τους βίωναν και συνεχίζουν να βιώνουν προσωπικές ιστορίες αποκλεισμού τους από την ανατροφή των παιδιών τους, ακόμη και πλήρους αποξένωσής τους από αυτά, όσο και αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων που ολοένα πλήθαιναν σπάζοντας το νομολογιακό κατεστημένο που «πρόσταζε» την ανάθεση της επιμέλειας στις μητέρες ως «βιοκοινωνικά» υπερέχουσες έναντι των πατεράδων και επεφύλασσε στους τελευταίους έναν ρόλο «επισκέπτη» στη ζωή των παιδιών τους, ώθησαν την πολιτεία να «αφουγκραστεί» την ανάγκη για αλλαγή και να προσαρμόσει το δίκαιο στην νέα κοινωνική πραγματικότητα των δύο «καλών», πρόθυμων και ικανών να ασκήσουν από κοινού και εξ ίσου την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων τους γονέων.
Η «συνεπιμέλεια», κατά την αναφορά δε του νόμου η «κοινή άσκηση της γονικής μέριμνας» δεν είναι κάτι καινούργιο στο ελληνικό δίκαιο. Αυτό που πραγματικά δημιούργησε την ανάγκη για έναν νέο τρόπο ρύθμισής της άσκησης της γονικής μέριμνας μετά τον χωρισμό και κατ’ επέκταση διαφοροποιεί το νέο νομοθετικό πλαίσιο, ήταν η επιταγή για την ισότητα των γονέων αναφορικά με τον ρόλο, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, που θα έπαιζαν στην ζωή των παιδιών τους. Η επιταγή αυτή για ισότητα έλαβε ουκ ολίγες φορές την μορφή της δικαστικής διεκδίκησης, καθώς γονείς και βασικά οι πατέρες αιτούνταν έναν «περιθωριοποιημένο», ξεχασμένο από το νόμο και τον δικαστή, τρόπο κοινής άσκησής της.
Δικαστικές αποφάσεις «σταθμοί» σχετικά με την από κοινού άσκηση της επιμέλειας των τέκνων από τους δύο γονείς τους, είτε με τη μορφή της χρονικής είτε λειτουργικής κατανομής αυτής (ήτοι, ως προς συγκεκριμένους τομείς της, όπως την εκπαίδευση ή την υγεία των τέκνων) αποτέλεσαν: η υπ’ αριθμ. 60/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η υπ’ αριθμ. 156/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Νάξου, όπως και η υπ’ αριθμ. 1274/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και η υπ’ αριθμ. 250/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ξάνθης, που κατένειμαν την άσκηση της επιμέλειας στους γονείς ανά μήνα (οι δύο πρώτες) ή ανά δεκαπενθήμερο (οι δύο τελευταίες). Επίσης, η υπ’ αριθμ. 4948/2015 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, που ανέθεσε την επιμέλεια ως προς την εκπαίδευση και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των τέκνων στον πατέρα με απευθείας κάλυψη των εξόδων εν είδει διατροφής από αυτόν.
Το γραφείο μας υπερασπιζόμενο εδώ και χρόνια το δικαίωμα των γονέων στην κοινή ανατροφή μέσα από τις δικαστικές αίθουσες έχει κατορθώσει επίσης να επιτύχει την έκδοση αντίστοιχων δικαστικών αποφάσεων όπως είναι:
Η υπ’ αριθμ. 528/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ιωαννίνων, που κατένειμε την άσκηση της επιμέλειας των τέκνων στους γονείς ανά δεκαπενθήμερο.
Η υπ’ αριθμ. 4214/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών η οποία κατένειμε την άσκηση της επιμέλειας του ανηλίκου σε εβδομαδιαία βάση, ήτοι τρεις ημέρες στη μητέρα και τέσσερις στον πατέρα.
Η υπ’ αριθμ. 6180/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία ανέθεσε την επιμέλεια των θεμάτων αναφορικά με την υγεία και την εκπαίδευση των τέκνων αποκλειστικά στον πατέρα, με την υποχρέωση της απευθείας κάλυψης των αντίστοιχων δαπανών.
Η υπ’ αριθμ. 33/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Νάξου που ανέθεσε την επιμέλεια του τέκνου όσον αφορά στην εκπαίδευσή του, από κοινού στους δύο γονείς, κ.ά.
Επίσης, ρηξικέλευθη απόφαση είναι και η υπ’ αριθμ. 1035/2020 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που ανέθεσε την άσκηση της γονικής μέριμνας ανήλικου τέκνου γεννημένου εκτός γάμου και εκουσίως αναγνωρισμένου από τον πατέρα του, στον τελευταίο, παρά τους περιορισμούς της ΑΚ 1515.
Έτσι, μετά από μακρό διάστημα διαβουλεύσεων και συνεδριάσεων επιστημονικών επιτροπών, ψηφίστηκε στις 21.05.21 από την ελληνική Βουλή ο υπ’ αριθμ. 4200/2021 νόμος, ο οποίος προβλέπει μεταρρυθμίσεις αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων και άλλα ζητήματα του οικογενειακού δικαίου.
Πρόκειται για τη δεύτερη μεγάλη μεταρρύθμιση του οικογενειακού μας δικαίου, μετά από αυτή που συντελέστηκε με τον νόμο 1329/1983, ο οποίος εισήγαγε καινοτόμες για την εποχή ρυθμίσεις και εναρμόνισε τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα προς το ά. 4 παρ. 2 του Συντάγματος για την ισότητα των φύλων και προς το ά. 21 παρ. 1 του Συντάγματος για την προστασία της παιδικής ηλικίας. Υπό το πλαίσιο εκείνο, η πατρική εξουσία αντικαταστάθηκε από τη γονική μέριμνα, η οποία ασκείται πλέον και από τους δύο γονείς και αποσκοπεί στην προστασία του συμφέροντος του ανήλικου τέκνου, το οποίο αναγορεύεται σε ύψιστο κριτήριο για τη λήψη κάθε απόφασης σχετικά με τη γονική μέριμνα.
Ο νέος νόμος 4800/2021 επιχειρεί με τη σειρά του την εναρμόνιση του εσωτερικού μας οικογενειακού δικαίου προς τις διεθνείς συμβάσεις που δεσμεύουν τη χώρα, όπως η Διεθνής Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, η οποία κυρώθηκε με τον ν. 2101/1992, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, καθώς και η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας (Σύμβαση Κωνσταντινούπολης).
Επιγραμματικά, με τον νέο νόμο καθιερώνεται η αρχή της ισότητας των γονέων στις ευθύνες και τα δικαιώματα έναντι του τέκνου, με γνώμονα αποκλειστικά και μόνο το συμφέρον αυτού. Τα παραπάνω επιτυγχάνονται με την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας, την υποχρέωση ενημέρωσης εκ μέρους του γονέα που διαμένει με το τέκνο προς τον άλλο γονέα σχετικά με την επίδοση εγγράφων που το αφορούν, την καθιέρωση του θεσμού της διαμεσολάβησης, την προηγούμενη συναίνεση του γονέα που δεν διαμένει με το τέκνο για σημαντικά ζητήματα που το αφορούν και την υποχρέωση του γονέα που διαμένει με το τέκνο να ενισχύει τη σχέση του με τον άλλον γονέα και τους συγγενείς αυτού, προκειμένου να αποφεύγεται το φαινόμενο της γονεϊκής αποξένωσης. Περαιτέρω, εισάγεται το άυλο συναινετικό διαζύγιο, με το οποίο απλοποιείται η διαδικασία έκδοσης διαζυγίου και αποφεύγεται η ταλαιπωρία των συζύγων. Επίσης, καθιερώνεται ελάχιστο τεκμήριο χρόνου επικοινωνίας του τέκνου με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει. Η καθιέρωση του ανωτέρω τεκμηρίου δημιουργεί μια υπαρκτή βάση διαλόγου μεταξύ των γονέων, ώστε να αποφεύγονται οι εντάσεις και οι διαφωνίες μεταξύ τους, ως προς το δικαίωμα επικοινωνίας του τέκνου με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει, οι οποίες αποβαίνουν εν τέλει σε βάρος του τέκνου. Επιπλέον, θεσπίζονται ενδεικτικά κριτήρια κακής άσκησης γονικής μέριμνας, ώστε το δικαστήριο να δύναται ευχερώς να προβεί στην αφαίρεση της γονικής μέριμνας από τον υπαίτιο γονέα.
Ας δούμε πιο αναλυτικά τις κυριότερες μεταρρυθμίσεις που συντελέστηκαν με τον νέο νόμο 4800/2021 αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων:
1. Άρθρο 1511 ΑΚ – Άσκηση – ανάθεση γονικής μέριμνας:
Με την νέα μορφή του άρθρου αυτού, εξακολουθεί να θεωρείται το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου τέκνου ως το ύψιστο κριτήριο για τη λήψη των αποφάσεων τόσο των γονέων όσο και των δικαστηρίων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας. Πρώτη φορά όμως εξειδικεύεται η αόριστη νομική αυτή έννοια του συμφέροντος του τέκνου από τον ίδιο τον νομοθέτη (καθώς μέχρι σήμερα η εξειδίκευση αυτή γινόταν από τον εκάστοτε δικαστή, κατά περίπτωση).
Η ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και φροντίδα του τέκνου, καθώς και η αποτροπή της διάρρηξης των σχέσεών του με καθέναν από αυτούς, είναι δύο (ξεκάθαρα) κριτήρια, τα οποία θα δεσμεύουν τον δικαστή για την λήψη αποφάσεως σχετικά με την ανάθεση και την άσκηση της γονικής μέριμνας.
Επιπλέον, παρατίθενται περαιτέρω κριτήρια (παράμετροι), τα οποία θα συνεκτιμά το δικαστήριο, όταν αποφασίζει για την γονική μέριμνα, όπως η ικανότητα και η πρόθεση καθενός εκ των γονέων να σέβεται τα δικαιώματα του άλλου, η συμπεριφορά κάθε γονέα κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα και η συμμόρφωσή του με τις νόμιμες υποχρεώσεις του, τις δικαστικές αποφάσεις, τις εισαγγελικές διατάξεις και τις προηγούμενες συμφωνίες που τυχόν είχε συνάψει με τον άλλον γονέα και που αφορούν το τέκνο.
Με το ίδιο άρθρο, στους λόγους μη διάκρισης από το δικαστήριο, όταν αποφασίζει για τη γονική μερίμνα (ήτοι, φύλο, γλώσσα, θρησκεία, πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, ιθαγένεια, εθνική ή κοινωνική προέλευση, περιουσία κάθε γονέα), προστέθηκε και ο «σεξουαλικός προσανατολισμός» των γονέων.
Άρθρο 1513 ΑΚ: Διαζύγιο ή ακύρωση του γάμου – διάσταση των συζύγων
Η νέα ρύθμιση του άρθρου ορίζει ότι η κοινή άσκηση της γονικής μέριμνας εξακολουθεί και μετά το διαζύγιο ή την ακύρωση του γάμου ή τη λύση – ακύρωση του συμφώνου συμβίωσης, εφόσον ζουν και οι δύο γονείς. Σύμφωνα, δε, με την διάταξη του άρθρου 1510 του ΑΚ, η γονική μέριμνα ασκείται από κοινού από τους δύο γονείς του ανηλίκου και το ίδιο ισχύει και για την επιμέλεια, που αποτελεί περιεχόμενο της γονικής μέριμνας, μαζί την διοίκηση της περιουσίας και την εκπροσώπηση του ανηλίκου τέκνου.
Η αναφορά του νομοθέτη σε «από κοινού και εξίσου» άσκηση της γονικής μέριμνας μετά το διαζύγιο χρήζει αποσαφήνισης. Η από κοινού και εξίσου άσκηση, θα μπορούσε να σημαίνει ότι και οι δύο γονείς έχουν ισότιμη συμβολή στην άσκηση της γονικής μέριμνας. Θα μπορούσε όμως να σημαίνει και ισόχρονη άσκηση της γονικής μέριμνας, με την έννοια της εναλλασσόμενης κατοικίας. Προς αυτή την κατεύθυνση θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι συνηγορεί και το άρθρο 13 του νόμου, που αντικαθιστά το ά. 1520 του ΑΚ σχετικά με την θέσπιση υποχρέωσης κατά το δυνατόν ευρύτερης επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, με αυτό. Η νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων δεν έχει ενιαία αντιμετώπιση του ζητήματος μέχρις στιγμής. Σύμφωνα με ένα μέρος αυτής, η υποχρεωτική ίση χρονική κατανομή της γονικής μέριμνας και της εναλλασσόμενης κατοικίας του ανηλίκου δεν εξασφαλίζει τη σταθερότητα της ανατροφής του και δεν λειτουργεί προς συμφέρον του (βλ. ΑΠ 1016/2019), ενώ σύμφωνα με άλλη προσέγγιση, η ύπαρξη διπλής κατοικίας θεωρείται ευεργετική και παραίτηση για την προστασία της ισόρροπης ανάπτυξης του παιδιού (έτσι, ΜονΠρΠειρ 1274/2020, ΜΠΑ 60/2017, ως αναφέρονται και ανωτέρω). Αναμένεται μετά την έναρξη ισχύος του νόμου, να δούμε πώς θα ερμηνευτεί η επίμαχη διάταξη από τα δικαστήριά μας.
Στο ίδιο άρθρο ορίζεται ότι ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο επιχειρεί τις πράξεις που προβλέπονται στο άρθρο 1516 ΑΚ (δηλαδή συνήθεις πράξεις επιμελείας του τέκνου ή τρέχουσας διαχείρισης της περιουσίας του) κατόπιν προηγούμενης ενημέρωσης του άλλου γονέα. Έτσι διασφαλίζεται η γνώση και του έτερου γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το παιδί, ως προς τα τρέχοντα ζητήματα της καθημερινότητάς του και ο επαρκέστερος έλεγχος ως προς τις συνθήκες διαβίωσής του.
Η βασική διαφορά σε σχέση με το προηγούμενο νομοθετικό πλαίσιο έγκειται στο γεγονός ότι τίθεται ως «προεπιλογή» ρύθμισης της γονικής μέριμνας σε περίπτωση λύσης του γάμου ή διακοπής της συμβίωσης των γονέων η κοινή ανατροφή, αφήνοντας την συμφωνία των γονέων ή, ελλείψει αυτής, το δικαστήριο, να εξειδικεύσει τον τρόπο της άσκησής της. Δίνει κατά κάποιον τρόπο έτσι μία ώθηση προς το μοντέλο της κοινής άσκησης (της «συνεπιμέλειας») η οποία αποτελεί την αρχική επιλογή αντί να παραπέμπει απευθείας στην δικαστική ρύθμιση (βλ. την διατύπωση του παλαιού άρθρου 1513: «Στις περιπτώσεις διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου και εφόσον ζουν και οι δύο γονείς, η άσκηση της γονικής μέριμνας ρυθμίζεται από το δικαστήριο» σε αντιπαραβολή με την νέα ρύθμιση «Στις περιπτώσεις διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή λύσης ή ακύρωσης του συμφώνου συμβίωσης ή διακοπής της συμβίωσης των συζύγων ή των μερών του συμφώνου συμβίωσης και εφόσον ζουν και οι δύο γονείς, εξακολουθούν να ασκούν από κοινού και εξίσου τη γονική μέριμνα».)
2. Άρθρο 1515 ΑΚ – Τέκνα χωρίς γάμο των γονέων τους
Σημαντική μεταρρύθμιση εισάγεται με το παρόν άρθρο όσον αφορά στα τέκνα που γεννήθηκαν χωρίς γάμο των γονέων τους. Μέχρι πρότινος, στις περιπτώσεις αυτές επιφυλασσόταν στον πατέρα ένας ρόλος «αναπληρωματικού» γονέα, καθώς δεν μπορούσε να ασκήσει τη γονική μέριμνα του τέκνου του, ακόμη και εάν το είχε εκουσίως αναγνωρίσει, παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις όταν η μητέρα αδυνατούσε να το κάνει. Με την νέα διάταξη, αποκαθίσταται η κοινωνική αυτή «αδικία» και ο πατέρας του τέκνου το οποίο αναγνωρίστηκε από εκείνον εκούσια ή με αγωγή του, αποκτά «αυτομάτως» τη γονική του μέριμνα, την οποία την ασκεί από κοινού με την μητέρα. «Εξομοιώνεται» δηλαδή η θέση των πατεράδων που αναγνώρισαν το εκτός γάμου τέκνο τους, με τους πατεράδες τέκνων που γεννήθηκαν εντός γάμου ή συμφώνου συμβίωσης.
3. Άρθρο 1519 ΑΚ – Σημαντικά ζητήματα επιμελείας του τέκνου
Η συγκεκριμένη ρύθμιση εναρμονίζεται με την πάγια μέχρι σήμερα νομολογία ότι, αναφορικά με κάποιες πράξεις επιμέλειας που επηρεάζουν σημαντικά τη ζωή του ανηλίκου και οι οποίες εντάσσονται στον πυρήνα της γονικής μέριμνας, οι γονείς πρέπει να αποφασίζουν από κοινού, ασχέτως από το ποιος ασκεί την επιμέλεια του ανηλίκου. Έτσι ο νομοθέτης όρισε συγκεκριμένα ότι οι αποφάσεις για την ονοματοδοσία του τέκνου, για το θρήσκευμα, για ζητήματα της υγείας του, εκτός από τα επείγοντα και για τα ζητήματα της εκπαίδευσης του, λαμβάνονται από κοινού από τους δύο γονείς.
Όσον αφορά τον τόπο διαμονής του τέκνου, αυτός δεν μπορεί να μεταβληθεί μονομερώς από τον έναν γονέα, εφόσον επηρεάζει ουσιωδώς το δικαίωμα επικοινωνίας του άλλου, και ως εκ τούτου απαιτείται προηγούμενη έγγραφη συμφωνία των γονέων ή προηγούμενη δικαστική απόφαση που εκδίδεται μετά από αίτηση ενός από τους γονείς. Η διαφορά με την προηγούμενη ρύθμιση του άρθρου 1519 ΑΚ ως προς την μεταβολή του τόπου διαμονής του τέκνου έγκειται αφενός στο ότι προστέθηκε η λέξη «έγγραφη» σχετικά με την συμφωνία των γονέων, αφετέρου απαλείφθηκε η λέξη «οριστική» σχετικά με την δικαστική απόφαση, γεγονός που θα διευκολύνει την έκδοση σχετικών αποφάσεων και σε προσωρινό επίπεδο.
4. Άρθρο 1520 ΑΚ – Προσωπική επικοινωνία
Με το παρόν άρθρο θεσπίζεται για πρώτη φορά τεκμήριο ελάχιστης προσωπικής επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το ανήλικο (η οποία αναφέρεται ρητά εκτός από δικαίωμα και ως υποχρέωση του γονέα) και το οποίο τεκμήριο ορίζεται στο 1/3 του συνολικού του χρόνου. Προκρίνεται η κατά το δυνατόν πιο διευρυμένη επικοινωνία του γονέα με το τέκνο του με φυσική του παρουσία και διαμονή του τέκνου στην οικία του γονέα του ενώ ορίζεται ρητά ότι ο έτερος γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο οφείλει να διευκολύνει και να προωθεί την επικοινωνία του τέκνου με τον άλλον γονέα σε τακτή χρονική βάση. Αποκλεισμός ή περιορισμός της επικοινωνίας είναι δυνατός μόνο για εξαιρετικά σοβαρούς λόγους. Περιορισμοί μπορεί να αναφέρονται στον τόπο ή τον χρόνο της επικοινωνίας, την παρουσία τρίτων προσώπων κατά τη διάρκειά της κλπ. Επιβάλλεται στις περιπτώσεις αυτές η τήρηση της αρχής της αναλογικότητας.
5. Άρθρο 1532 ΑΚ – Συνέπειες κακής άσκησης
Με το παρόν άρθρο εξειδικεύονται τα κριτήρια της κακής άσκησης της γονικής μέριμνας. Έτσι, ενδεικτικά, κακή άσκηση συνιστά α) η υπαίτια μη συμμόρφωση προς αποφάσεις και διατάξεις που αφορούν το τέκνο ή τη συμφωνία των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας β) η διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης με τον άλλον γονέα και την οικογένειά του, γ) η υπαίτια παράβαση των όρων της συμφωνίας των γονέων ή της δικαστικής αποφάσεως για την επικοινωνία του τέκνου με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει, δ) η κακή άσκηση ή η υπαίτια παράλειψη του δικαιώματος επικοινωνίας, ε) η αδικαιολόγητη άρνηση του γονέα να καταβάλει διατροφή, καθώς και στ) η καταδίκη του γονέα με οριστική δικαστική απόφαση για ενδοοικογενειακή βία ή για εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή για εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής. Στις περιπτώσεις αυτές το δικαστήριο μπορεί να αφαιρέσει από τον υπαίτιο γονέα την άσκηση της γονικής μέριμνας ή την επιμέλεια, ολικά ή μερικά, και να την αναθέσει στον άλλον γονέα.
Εν κατακλείδι, με τον νέο νόμο:
– Πατεράδες με τέκνα που έχουν γεννηθεί εκτός γάμου και έχουν αναγνωριστεί από εκείνους είτε εκουσίως είτε δικαστικώς μετά από αγωγή τους, ασκούν (πια) από κοινού με την μητέρα τη γονική μέριμνα των τέκνων τους, μπορούν, δε, να ζητήσουν να τους ανατεθεί και η, από κοινού ή κατ’ αποκλεισμό του άλλου γονέα, επιμέλεια των τέκνων τους,
– Και οι δυο γονείς, μετά τη διάσταση ή το διαζύγιό τους, δικαιούνται να ζητήσουν να συνεχίσουν να ασκούν από κοινού την γονική μέριμνα (στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η επιμέλεια) των τέκνων τους, και επομένως να τους ανατεθεί με δικαστική απόφαση αυτή,
– Οι γονείς με τους οποίους δεν διαμένουν τα τέκνα τους, αποκτούν δικαίωμα διευρυμένης επικοινωνίας μαζί τους, και δη τουλάχιστον του 1/3 του συνολικού χρόνου του παιδιού. Επομένως, αν η επικοινωνία που έχουν σήμερα υπολείπεται του χρόνου αυτού, έχουν δικαίωμα να ζητήσουν διεύρυνσή της κατά το (μαχητό) ως άνω τεκμήριο ελάχιστου χρόνου.
– Οι γονείς με τους οποίους δεν διαμένουν τα τέκνα τους έχουν δικαίωμα ενημέρωσης από τον γονέα με τον οποίο εκείνα διαμένουν, ως προς τις τρέχουσες ενέργειες επιμελείας τους, καθώς και δικαίωμα συναπόφασης ως προς σημαντικά ζητήματα της ζωής των τέκνων τους,
– Ο γονέας ο οποίος δεν ασκεί την επιμέλεια του τέκνου του έχει δικαίωμα να ζητήσει την αφαίρεσή της από τον άλλον γονέα και την ανάθεσή της σε εκείνον, εφόσον ο τελευταίος δεν συμμορφώνεται σε προηγούμενες δικαστικές αποφάσεις, σε όρους συμφωνιών τους που αφορούν τη γονική μέριμνα, όταν διαταράσσει τη συναισθηματική σχέση με τον άλλον γονέα, αν έχει καταδικαστεί για ενδοοικογενειακή βία.
Ισχύς του νόμου: ο νέος νόμος θα ξεκινήσει να ισχύει από τις 16.09.2021 (εκτός από τις ρυθμίσεις αναφορικά με το «άυλο» διαζύγιο, που ξεκινούν να ισχύουν από τη δημοσίευσή του, ήτοι από τις 21.05.2021). Οι ρυθμίσεις του νέου νόμου θα εφαρμόζονται και στις υποθέσεις που εκκρεμούν ήδη στα δικαστήρια, εφόσον δεν έχει εκδοθεί επί αυτών αμετάκλητη δικαστική απόφαση μέχρι την έναρξη της ισχύος του.
Αντί επιλόγου: Μένει να δούμε πώς τα δικαστήριά μας θα αποτυπώσουν στην πράξη τις νέες ρυθμίσεις που εισήχθησαν με τον νόμο και εάν αυτές θα επιδράσουν εν τέλει θετικά στην συνεργασία μεταξύ των γονέων, προς όφελος και συμφέρον των τέκνων τους, που παραμένει πάντοτε το ζητούμενο. Οι εφαρμοστές του δικαίου θα είμαστε εκεί προκειμένου να εξασφαλίσουμε το ζητούμενο αυτό.