Νοέμβριος 2024 – Αναστολή εκτέλεσης Διαταγής Πληρωμής και Επιταγής προς Εκτέλεση ποσού 150.000 € – Αοριστία / ανεκκαθάριστο απαίτησης

Νοέμβριος 2024 – Αναστολή εκτέλεσης Διαταγής Πληρωμής και Επιταγής προς Εκτέλεση ποσού 150.000 € – Αοριστία / ανεκκαθάριστο απαίτησης

Με την υπ΄ αριθμ. 4448/2024 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων) έγινε δεκτή σχετική αίτησή μας περί αναστολής εκτέλεσης Διαταγής Πληρωμής και της αντίστοιχης επιταγής προς εκτέλεση, εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων, ύψους 150.000€, λόγω πιθανολόγησης ευδοκίμησης του δεύτερου πρόσθετου λόγου της ασκηθείσας ανακοπής μας που αφορούσε το ανεκκαθάριστο της απαίτησης λόγω αοριστίας του περιορισμού του ποσού για το οποίο ζητήθηκε η έκδοση διαταγής πληρωμής. Περαιτέρω, με την εν λόγω απόφαση πιθανολογήθηκε η ανεπανόρθωτη βλάβη των εντολέων μας, καθώς η συνέχιση της εκτέλεσης θα καθιστούσε αδύνατη την λειτουργία της εμπορικής δραστηριότητας της πρωτοφειλέτριας εταιρείας, αλλά και τον βιοπορισμό των φυσικών προσώπων-εγγυητών.

Η αναλυόμενη απόφαση επικεντρώθηκε σε δύο καίρια σημεία, τα οποία είναι απολύτως κρίσιμα και πρέπει να συντρέχουν σε κάθε περίπτωση που ζητείται η αναστολή εκτελέσεως: αφενός, στην πιθανολόγηση ευδοκίμησης ενός λόγου ανακοπής κατά των προσβαλλόμενων πράξεων, αφετέρου στην πιθανολόγηση πρόκλησης ανεπανόρθωτης βλάβης στον οφειλέτη από την συνέχιση της εκτελεστικής διαδικασίας.

Αναφορικά με το πρώτο ζήτημα, η απόφαση αναγνώρισε το ανεκκαθάριστο της απαίτησης, το οποίο προκλήθηκε από την αοριστία του περιορισμού της απαίτηση, για την οποία ζητήθηκε από την επισπεύδουσα η έκδοση διαταγής πληρωμής.

Συγκεκριμένα η απόφαση διαλαμβάνει τις εξής σημαντικές σκέψεις – κρίσεις: «Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 106 και 626 παρ 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι ο αιτών την έκδοση διαταγής πληρωμής μπορεί να περιορίσει το ποσό, για το οποίο ζητεί την έκδοση, σε μέρος μόνο της απαιτήσεώς του ή των τόκων, έστω και εάν τα προσκομιζόμενα έγγραφα αποδεικνύουν το σύνολο της απαιτήσεώς, ο περιορισμός δε του αιτήματος σε μέρος του κεφαλαίου ή της παρεπόμενης απαιτήσεώς των τόκων αποτελεί άσκηση δικονομικής ευχέρειας του δανειστή δεν απαιτείται να αιτιολογείται (ΑΠ 206/2023, ΑΠ 1512,2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 112/2023 δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιώς, ΕφΠειρ 256/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ωστόσο, με τον ανωτέρω περιορισμό δεν πρέπει να προκαλείται αοριστία ως προς το υπόλοιπο τμήμα της απαιτήσεώς, για το οποίο ζητείται η έκδοση εκτελεστού τίτλου. Ειδικότερα, όταν η απαίτηση συντίθεται από περισσότερα κονδύλια, όπως κεφάλαιο, τόκους συμβατικούς, τόκους υπερημερίας, έξοδα, εισφορά Ν. 128/1975 κλπ, ο περιορισμός του ποσού, για το οποίο ζητείται η έκδοση διαταγής πληρωμής, επιχειρείται παραδεκτώς, μόνον εφόσον διευκρινίζεται από τον αιτούντα σε ποια επιμέρους κονδύλια αφορά ή όταν η απαίτηση περιορίζεται αναλόγως κατά ποσοστό του συνόλου της και επέρχεται, κατά τον τρόπο αυτό, αντίστοιχη μείωση όλων των κονδυλίων, διότι διαφορετικά δεν μπορεί να συγκεκριμενοποιηθεί η απαίτηση, για την οποία έχει ζητηθεί η έκδοση εκτελεστού τίτλου (ΟλΑΠ 3012007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ανωτέρω διευκρίνιση ως προς τον περιορισμό του ποσού είναι αναγκαία, διότι ο καθ’ ου η διαταγή πληρωμής, αμυνόμενος κατά του κύρους της, με άσκηση ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ, φέρει, όπως προεκτέθηκε, το δικονομικό βάρος να μην αμφισβητήσει γενικώς την απαίτηση ως προς το ύψος της, αλλά να προσδιορίσει συγκεκριμένα τα κατ’ ιδίαν κονδύλια που προσβάλλει, εφόσον η ευδοκίμηση κάποιου λόγου ανακοπής θα επιφέρει ακυρότητα της διαταγής πληρωμής κατά το αντίστοιχο μέρος, κατά το οποίο θα μειωθεί η οφειλή. Η προσβολή όμως με λόγο ανακοπής συγκεκριμένων κονδυλίων της απαιτήσεώς, που απαρτίζεται από κεφάλαιο, τόκους, έξοδα κλπ., δεν είναι δυνατή εάν δεν προκύπτει σαφώς, από το περιεχόμενο της διαταγής πληρωμής, ποια είναι τα επιμέρους ειδικότερα κονδύλια που απαρτίζουν την απαίτηση, μετά τον περιορισμό της από τον δανειστή. Επιπρόσθετα, εάν δεν υπάρχει εξειδίκευση ως προς τα κονδύλια που απαρτίζουν την απαίτηση, όπως περιορίστηκε, δεν μπορεί να κριθεί από το Δικαστήριο εάν οι προβαλλόμενοι λόγοι ανακοπής είναι λυσιτελείς, (δηλαδή προσβάλλουν κονδύλια που περιλαμβάνονται στην απαίτηση), ώστε να κριθεί περαιτέρω εάν οι λόγοι αυτοί είναι νόμιμοι και βάσιμοι κατ’ ουσίαν. Εξάλλου, σε περίπτωση ευδοκιμήσεως κατ’ ουσίαν κάποιου λόγου ανακοπής, που πλήττει συγκεκριμένο κονδύλιο της συνολικής οφειλής ως προς τη νομιμότητα ή το ύψος του, (π.χ. τόκοι ή έξοδα), δεν μπορεί το Δικαστήριο να ακυρώσει αντίστοιχα τη διαταγή πληρωμής, διότι δεν μπορεί να προβεί σε αφαίρεση ολοκλήρου του κονδυλίου από την απαίτηση, όπως αυτή περιορίστηκε, εφόσον δεν είναι σαφές εάν περιλαμβάνεται σε αυτήν (και σε ποια έκταση) το πληττόμενο κονδύλιο, ούτε μπορεί να προβεί αυθαιρέτως σε αναλογική μείωση κατά κλάσμα ή εκατοστιαίο ποσοστό του ποσού της επιδικασθείσας απαιτήσεως, εάν ο αϊτών δεν έχει διευκρινίσει ότι περιορίζει τη συνολική απαίτησή του σε συγκεκριμένο ποσοστό του συνόλου της (ad hoc ΕφΘεσ 123/2024 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της αίτησης της καθ’ ης η ανακοπή, ο περιορισμός της απαίτησής της καθ’ης από το ποσό των 207.616,60 ευρώ, στο ποσό των 150.000 ευρώ, έγινε αορίστως, χωρίς να εξειδικεύονται τα επιμέρους κονδύλια, από τα οποία απαρτίζεται το μέρος της συνολικής απαίτησης, για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής και χωρίς να γίνεται περιορισμός της συνολικής απαίτησης κατά ορισμένο ποσοστό, με αποτέλεσμα η διαταγή πληρωμής που εκδόθηκε να είναι αόριστη και να μην δύναται να επιτελέσει τον σκοπό της ως εκτελεστός τίτλος (…)».

Αναφορικά με το δεύτερο ζήτημα, η απόφαση αναγνώρισε το γεγονός πρόκλησης ανεπανόρθωτης βλάβης στους εντολείς μας από την συνέχιση της εκτελεστικής διαδικασίας.

Συγκεκριμένα η απόφαση διαλαμβάνει τις εξής σημαντικές σκέψεις – κρίσεις: «Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι η ενδεχόμενη εκτέλεση της με αριθμό ………………… διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Δικαστηρίου τούτου μπορεί να προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη στους αιτούντες, ενόψει του ότι η 1 η εξ αυτών τυγχάνει επιχείρηση λιανικής πώλησης επίπλων, τα έσοδα της οποίας αποτελούν τη μοναδική πηγή εισοδήματος των 2ης 3ου και 4ης των αιτούντων. Ως εκ τούτου, η εκτέλεση θα καταστήσει αδύνατη τη συνέχιση της εμπορικής της δραστηριότητας της αιτούσας εταιρίας και τον βιοπορισμό των λοιπών.».

Έτσι, με την εν λόγω απόφαση απαγορεύθηκε προσωρινά στην επισπεύδουσα, μέχρι και την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ασκηθείσας ανακοπής μας (η οποία έχει προσδιοριστεί να συζητηθεί τον Μάρτιο του 2032), να προβεί σε πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης κατά των εντολέων μας, εμπορικής επιχείρησης, και των νομίμων εκπροσώπων της (εγγυητών στις επίμαχες συμβάσεις). Το γεγονός αυτό σημαίνει αφενός ότι η εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων δεν μπορεί να προβεί σε αναγκαστική ρευστοποίηση της κινητής και ακίνητης περιουσίας των εντολέων μας, αλλά αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο εν προκειμένω, είναι ότι δεν μπορεί να προβεί σε κατάσχεση των τραπεζικών λογαριασμών της εντολέως μας-εμπορικής επιχείρησης, η ύπαρξη και η ομαλή λειτουργία των οποίων είναι απολύτως αναγκαία για την απρόσκοπτη συνέχιση της λειτουργίας της, μέχρι την έκδοση αποφάσεως επί του ένδικου βοηθήματος της ανακοπής κατά των προσβαλλόμενων πράξεων (διαταγής πληρωμής και επιταγής προς πληρωμή) που θα κρίνει οριστικά την τύχη τους (εάν είναι άκυρες δηλαδή, οπότε δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα, ή όχι), αφετέρου ότι οι οφειλέτες-εντολείς μας περιέρχονται σε ισοδύναμη διαπραγματευτικά θέση με την εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων (που εκπροσωπεί την εταιρεία απόκτησης απαιτήσεων), προκειμένου να ρυθμίσουν τις φερόμενες οφειλές τους με ευνοϊκότερους για αυτούς όρους, δεδομένου επί τη βάσει της ανωτέρω απόφασης η εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων γνωρίζει πολύ καλά ότι η ικανοποίηση της φερόμενης απαίτησής της μετατίθεται σε μεγάλο βάθος χρόνου.

Για περισσότερη αρθρογραφία σχετικά με τις δυνατότητες δικαστικής και εξωδικαστικής προστασίας του οφειλέτη, δείτε ενδεικτικά εδώ, εδώ και εδώ. Για περισσότερες δικαστικές αποφάσεις σε συναφείς υποθέσεις που χειρίστηκε πρόσφατα το γραφείο μας, δείτε ενδεικτικά εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ και εδώ.