Δεκέμβριος 2024– Απόρριψη αγωγής περί μέμψης άστοργης δωρεάς κατά εντολέως μας
Απαράδεκτη άσκηση αγωγής λόγω μη καταχώρισής της στο κτηματολόγιο και δικονομικά ανεπίτρεπτης επικουρικής εναγωγής.
Εκδόθηκε πρόσφατα η υπ’ αριθμ. 10050/2024 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Τακτική Διαδικασία), με την οποία απερρίφθη ως απαράδεκτη αγωγή κατά εντολέως μας και άλλων συνεναγομένων με αντικείμενο την αναγνώριση της ανατροπής ως άστοργων δωρεών της κληρονομούμενης προς εκείνη και τους άλλους συνεναγόμενους, επικουρικά στηριζόμενη στις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.
Με την εν λόγω απόφαση, κρίθηκε ότι η ένδικη αγωγή περί μέμψης άστοργης δωρεάς ήταν απαράδεκτη εν συνόλω λόγω μη καταχώρισης της αγωγής στα κτηματολογικά φύλλα των διαφιλονικούμενων ακινήτων, ειδικώς, δε, ως προς την εντολέα μας λόγω δικονομικά ανεπίτρεπτης επικουρικής εναγωγής.
Σύμφωνα με το άρθρο για την μέμψη άστοργης δωρεάς, ήτοι το άρθρο 1835 παρ. 1 του ΑΚ, κάθε δωρεά εν ζωή του κληρονομουμένου, η οποία κατά το άρθρο 1831 υπολογίζεται στην κληρονομία, μπορεί να ανατραπεί, εφόσον η κληρονομία που υπάρχει κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου δεν επαρκεί για να καλύψει τη νόμιμη μοίρα. Σύμφωνα, δε, με το άρθρο 1836 ΑΚ την σχετική αγωγή ασκούν ο μεριδούχος ή οι διάδοχοι του μόνο κατά του δωρεοδόχου ή των κληρονόμων του, για να ανατραπεί η δωρεά κατά το μέρος που λείπει από τη νόμιμη μοίρα.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο αντίδικος αιτήθηκε την αναγνώριση της ανατροπής κατά ποσοστό 62,75 % ως άστοργης δωρεάς της αποβιώσασας μητέρας του προς την πρώτη των εναγομένων, με την οποία είχε μεταβιβασθεί σε αυτήν κατά ψιλή κυριότητα οριζόντια ιδιοκτησία με συμβόλαιο γονικής παροχής, την αναγνώριση της υποχρέωσης της δεύτερης των εναγομένων προς απόδοση του ανωτέρω ποσοστού της κυριότητάς της (καθότι η πρώτη των εναγομένων μετά τον θάνατο της μητέρας της, μεταβίβασε περαιτέρω το ακίνητο στην δεύτερη των εναγομένων, κόρη της) επί της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, άλλως την αναγνώριση της ακυρότητας της δωρεάς ως εικονικής, άλλως την αναγνώριση ότι είναι καταδολιευτική και υποκείμενη σε διάρρηξη. Επιπλέον, αιτήθηκε την καταδίκη της δεύτερης των εναγομένων σε δήλωση βουλήσεως για την μεταβίβαση σε εκείνον του ανωτέρω ποσοστού της κυριότητάς της επί της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας, άλλως επικουρικά, σε περίπτωση που η 2η των εναγομένων αδυνατεί να προβεί σε αυτούσια απόδοση, την αναγνώριση της υποχρέωσής της να του αποδώσει κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό το ποσό των 50.200 ευρώ για την συμπλήρωση της φερόμενης ως νόμιμης μοίρας του, το οποίο αντιστοιχεί στην αξία του ως άνω ποσοστού συγκυριότητας του ακινήτου αυτού, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Παράλληλα, αιτήθηκε την αναγνώριση της υποχρέωσης της 1ης εναγομένης να του καταβάλλει για καρπούς το ποσό των 735 ευρώ και η 2η το ποσό των 7.028 ευρώ και να υποχρεωθεί η 2η των εναγομένων να του αποδώσει, με βάση το ως άνω τεκμαρτό μίσθωμα των 400 ευρώ, το αντίστοιχο ποσό για το χρονικό διάστημα από την κατάθεση της αγωγής μέχρι την έκδοση της εκδοθησόμενης απόφασης. Άλλως, επικουρικά, για την περίπτωση που απορριφθούν τα ως άνω αγωγικά αιτήματα που αφορούν ή συνέχονται με την ανατροπή της ως άνω δωρεάς, αιτήθηκε να αναγνωριστεί ότι πρέπει να ανατραπεί κατά ποσοστό 41,83 % ως άστοργη η δωρεά της αποβιώσασας προς την εντολέα μας, με την οποία μεταβιβάσθηκε σε αυτήν κατά ψιλή κυριότητα έτερη οριζόντια ιδιοκτησία και η οποία έγινε επίσης δυνάμει συμβολαίου γονικής παροχής, να αναγνωρισθεί ότι η εντολέας μας οφείλει να του αποδώσει το ανωτέρω ποσοστό της κυριότητάς της επί της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, να καταδικασθεί η ίδια εναγόμενη σε δήλωση βουλήσεως για τη μεταβίβαση στον ενάγοντα του ανωτέρω ποσοστού της κυριότητάς της επί της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας, άλλως επικουρικά, σε περίπτωση που η εναγόμενη αδυνατεί να προβεί σε αυτούσια απόδοση, να αναγνωρισθεί ότι οφείλει να του αποδώσει κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό το ποσό των 50.200 ευρώ για την συμπλήρωση της φερόμενης νόμιμης μοίρας του, το οποίο αντιστοιχεί στην αξία του ως άνω ποσοστού συγκυριότητας του ακινήτου αυτού, νομιμοτόκως από την επίδοση της ένδικης αγωγής. Επίσης, ζήτησε να αναγνωρισθεί ότι η ίδια εναγόμενη εντολέας μας του οφείλει για καρπούς το ποσό των 7.027 ευρώ καινα υποχρεωθεί η ίδια εναγόμενη να του αποδώσει, με βάση το ως άνω τεκμαρτό μίσθωμα των 600 ευρώ, το αντίστοιχο ποσό για το χρονικό διάστημα από την κατάθεση της ένδικης αγωγής μέχρι την έκδοση της εκδοθησόμενης απόφασης. Περαιτέρω, αιτήθηκε να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή, και να καταδικαστούν οι εναγόμενες στα δικαστικά του έξοδα.
Το δικαστήριο απέρριψε πρωταρχικά την αγωγή ως απαράδεκτη λόγω μη καταχώρισής της στα κτηματολογικά φύλλα των επίμαχων ακινήτων σύμφωνα με τα άρθρα 220 παρ. 1 ΚΠολΔ και 12 παρ. 1 και 5 Ν. 2664/1998, δοθέντος ότι πρόκειται για αγωγή μέμψης άστοργης δωρεάς ακινήτων και καταδίκης σε δήλωση βουλήσεως μεταβίβασης αυτών προς τον ενάγοντα.
Ειδικά, όμως, ως προς την εντολέα μας, το δικαστήριο έκανε δεκτό ότι η αγωγή τυγχάνει άκυρη λόγω ανεπίτρεπτης δικονομικά επικουρικής εναγωγής, καθώς στρεφόταν κατά της εντολέως μας επικουρικώς, ήτοι μόνον σε περίπτωση που η αγωγή δεν γινόταν δεκτή για τις πρώτες δύο εναγόμενες.
Συγκεκριμένα, η εδώ αναλυόμενη απόφαση διαλαμβάνει τις εξής σημαντικές σκέψεις – κρίσεις: «Διαζευκτική εναγωγή υπάρχει όταν ενάγουν ή ενάγονται περισσότερα πρόσωπα, χωρίς να προσδίδεται σε ένα από αυτά, κατά τρόπο οριστικό ή θετικό, η ιδιότητα του ενάγοντος ή του εναγομένου και δικαιούχου ή υποχρέου αντίστοιχα, από την έννομη σχέση της δίκης. Επικουρική δε εναγωγή υπάρχει, όταν ο δεύτερος και οι επόμενοι ενάγουν ή ενάγονται για την περίπτωση της απόρριψης της αγωγής κατά του αμέσως προηγουμένου αυτών. Επομένως, επί διαζευκτικής ή επικουρικής εναγωγής, περισσοτέρων προσώπων η αγωγή είναι απαράδεκτη, λόγω της ακυρότητας του δικογράφου που δημιουργείται, επί μεν διαζευκτικής εναγωγής από την πλήρη αοριστία της αγωγής, ως προς το πρόσωπο του διαδίκου, επί δε της επικουρικής εναγωγής, λόγω της άσκησης της αγωγής υπό την αίρεση της απόρριψης αυτής, ως προς τον ενάγοντα ή τον εναγόμενο, η οποία δεν επιτρέπεται και συνεπώς απορρίπτεται και με αυτεπάγγελτη έρευνα από το δικαστήριο (ΑΠ 141/2023, ΑΠ 344/2019, ΑΠ 594/2018, ΑΠ 1134/2014, ΑΠ 605/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)[…] Καθ’ όσον στρέφεται ειδικά κατά της 3ης των εναγομένων, η οποία ενάγεται επικουρικά για την περίπτωση απόρριψης της αγωγής καθ’ όσον αυτή στρέφεται κατά της 1ης και 2ης των εναγομένων, ήτοι κατά του επικουρικού αγωγικού αιτήματος περί ανατροπής ως άστοργης δωρεάς της γονικής παροχής της θανούσας προς την 1η εξ αυτών, αφού, σύμφωνα και με τα προδιαλαμβανόμενα στη νομική σκέψη, η επικουρική εναγωγή είναι δικονομικά ανεπίτρεπτη.».
Συνεπεία των ανωτέρω, η αγωγή απερρίφθη στο σύνολό της ως προς την εντολέα μας ως απαράδεκτη.
Σε κάθε περίπτωση, πέραν του απαραδέκτου, η απόφαση προχώρησε σε επάλληλη κρίση επί της νομικής και ουσιαστικής βασιμότητας των αγωγικών αιτημάτων, κρίνοντάς τα απορριπτέα στο σύνολο τους, καθώς: α) το αίτημα της μέμψης άστοργης δωρεάς είναι διαπλαστικό και όχι αναγνωριστικό όπως αυτό της υπό κρίση αγωγής, β) η αξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού προϋποθέτει την ανατροπή της δωρεάς, ήτοι να γίνει δεκτό το αίτημα της μέμψης άστοργης δωρεάς, γ) η ευδοκίμηση των λοιπών αιτημάτων (καταδίκης σε δήλωση βουλήσεως, απόδοσης καρπών και απόδοσης ωφελημάτων) εξαρτάται από την ευδοκίμηση της μέμψης άστοργης δωρεάς ενώ, σε κάθε περίπτωση, ως καταψηφιστικά αιτήματα απαιτούν την καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, η οποία, εν προκειμένω, δεν έλαβε χώρα.
Για περισσότερη αρθρογραφία σχετικά με θέματα κληρονομικού δίκαιου και την δικαστική προστασία του κληρονομικού δικαιώματος, δείτε ενδεικτικά εδώ ή εδώ ή εδώ. Για περισσότερες δικαστικές αποφάσεις σε συναφείς υποθέσεις που έχει χειριστεί το γραφείο μας, δείτε ενδεικτικά εδώ, εδώ, εδώ και εδώ.